Κυριακή 27 Απριλίου 2008

Οι σημαντικότερες αλλαγές – τροποποιήσεις που επέφερε ο νόμος 3522/2006 στις διατάξεις του Κ.Β.Σ.

Αρθρο Οι σημαντικότερες αλλαγές – τροποποιήσεις που επέφερε ο νόμος 3522/2006 στις διατάξεις του Κ.Β.Σ. σχετικά την απογραφή, την ετήσια εκτύπωση διαφόρων βιβλίων, την αποτίμηση, καθώς και άλλες υποχρεώσεις των εταιριών που αφορούν την χρήση 2007 μέχρι το κλείσιμο του Ισολογισμού, και την υποβολή της δήλωσης. Οι σημαντικότερες αλλαγές – τροποποιήσεις που επέφερε ο νόμος 3522/2006 στις διατάξεις του Κ.Β.Σ. σχετικά την απογραφή, την ετήσια εκτύπωση διαφόρων βιβλίων, την αποτίμηση, καθώς και άλλες υποχρεώσεις των εταιριών που αφορούν την χρήση 2007 μέχρι το κλείσιμο του Ισολογισμού, και την υποβολή της δήλωσης.


1) Μη τήρηση της ομάδας 9 (αναλυτική λογιστική) (έναρξη ισχύος για διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από 22/12/2006 και μετά)

Αντικαθίστανται τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 2 του Αρθρου 7 του Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992 ) και οι ειδικές διατάξεις του Ε.Γ.Λ.Σ. που αφορούν την τήρηση των βιβλίων και επιβάλλουν πρόσθετες υποχρεώσεις, πέραν αυτών που ορίζονται από τις διατάξεις των τεσσάρων πρώτων εδαφίων της ίδιας παραγράφου, παύουν πλέον να αποτελούν και υποχρεώσεις του Κ.Β.Σ.

Ετσι με τις νέες διατάξεις ο επιτηδευματίας της Γ' κατηγορίας βιβλίων σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του Αρθρου 7 έχει υποχρέωση να εφαρμόζει το Ε.Γ.Λ.Σ. με εξαίρεση τους λογαριασμούς της ομάδας 9, ανεξάρτητα ύψους ακαθάριστων εσόδων και της υποχρέωσης που έχει με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του Αρθρου 7 του ν.1882/1990 να εφαρμόζει την ομάδα 9 και να εξάγει βραχύχρονο αποτέλεσμα.

Επισημαίνεται ότι η Κατάργηση της υποχρέωσης εφαρμογής της ομάδας 9 ως υποχρέωσης του Κώδικα δεν αίρει και την υποχρέωση που έχει ο επιτηδευματίας σύμφωνα με τις πιο πάνω διατάξεις Αρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2 ν.1882/1990) να τηρεί αναλυτική λογιστική. Η μη εφαρμογή της ομάδας 9 από τους υπόχρεους τήρησης αυτής σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις δεν συνιστά παράβαση του Κ.Β.Σ. αλλά παράβαση μόνο των ειδικών αυτών διατάξεων και επιβάλλονται οι κυρώσεις που ορίζονται από το Αρθρο 4 του π.δ.148/1984 (ΦΕΚ Α'47) σύμφωνα με την παράγραφο 3 του Αρθρου 7 του ν.1882/1990.

Οι νέες διατάξεις εφαρμόζονται για τις διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από 22/12/2006 και μετά. Συνεπώς από την έναρξη αυτών των διαχειριστικών περιόδων για τη μη εφαρμογή της ομάδας 9 από τους υπόχρεους εφαρμογής της σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του Αρθρου 7 του ν.1882/1990 ή την πλημμελή εφαρμογή της δεν επιβάλλονται οι κυρώσεις του Κ.Β.Σ. και δεν υπάρχει υποχρέωση εμφάνισης στο θεωρημένο ισοζύγιο λογαριασμών Γενικού - Αναλυτικών Καθολικών των λογαριασμών της ομάδας 9. Αυτονόητο είναι ότι προαιρετικά έχει τη δυνατότητα, εφόσον το επιθυμεί, να τηρεί την ομάδα 9 και να εμφανίζει τους λογαριασμούς της ομάδας αυτής στο εν λόγω ισοζύγιο.

1α) Κατάργηση του χρόνου ενημέρωσης του ημερολογίου της αναλυτικής λογιστικής (έναρξη ισχύος για διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από 22/12/2006 και μετά).

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής καταργείται η περίπτωση δ' της παραγράφου 2 του Αρθρου 17, που όριζε το χρόνο ενημέρωσης του ημερολογίου που περιέχει εγγραφές της αναλυτικής λογιστικής. Η κατάργηση της περίπτωσης αυτής γίνεται λόγω της κατάργησης της εφαρμογής της ομάδας 9 ως υποχρέωσης του Κ.Β.Σ. με τις διατάξεις της παραγράφου 11 του Αρθρου 28 του κοινοποιούμενου νόμου (σχετική παράγραφος 28.11 της παρούσας). Λόγω της κατάργησης της πιο πάνω περίπτωσης δ' η περίπτωση ε' της ίδιας παραγράφου 2 του Αρθρου 17 αναριθμείται σε δ'.

-------

2) Χρόνος ενημέρωσης ορισμένων πρόσθετων βιβλίων (έναρξη ισχύος από 22/12/2006).

Αντικαθίστανται οι περιπτώσεις δ', ιγ' και ιη' της παραγράφου 10 του Αρθρου 17 του Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992 ) και στην ίδια παράγραφο προστίθεται νέα περίπτωση κβ'.

Με τις νέες διατάξεις ορίζεται ο χρόνος ενημέρωσης ορισμένων πρόσθετων βιβλίων. Ειδικότερα:

-Με την περίπτωση δ' ορίζεται η ενημέρωση του βιβλίου επενδύσεων μέχρι την προθεσμία υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, όταν τηρούνται βιβλία Β' κατηγορίας ή κλεισίματος του ισολογισμού, όταν τηρούνται βιβλία Γ' κατηγορίας και καλύπτεται έτσι νομοθετικό κενό των προϊσχυουσών διατάξεων.

------

3) Λογαριασμοί που εμφανίζονται στο ισοζύγιο λογαριασμών γενικού - αναλυτικών καθολικών (έναρξη ισχύος από 22/12/2006).

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής συμπληρώνεται η περίπτωση β' της παραγράφου 1 του Αρθρου 24 του Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992 ) αναφορικά με το περιεχόμενο του θεωρημένου ισοζυγίου γενικού - αναλυτικών καθολικών.

Έτσι με τις νέες διατάξεις παρέχεται η δυνατότητα εμφάνισης στο θεωρημένο ισοζύγιο λογαριασμών γενικού – αναλυτικών καθολικών μόνο των πρωτοβάθμιων λογαριασμών, με την προϋπόθεση όμως ότι όταν ζητηθεί από τον έλεγχο, θα είναι εφικτή η ανάλυση των λογαριασμών αυτών στις επόμενες βαθμίδες. Η ανάλυση αυτή, τα δεδομένα της οποίας είναι αποθηκευμένα σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα, εκτυπώνεται εντός τριών (3) ημερών κατ¶εφαρμογή των διατάξεων των τριών τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 7 του Αρθρου 24.

Στην ανάλυση αυτή εμφανίζεται ανά λογαριασμό, ανεξαρτήτως βαθμίδας, το προοδευτικό άθροισμα χρέωσης και πίστωσης και το υπόλοιπό του μέχρι το τέλος του προηγούμενου μήνα, τα σύνολα των κινήσεων του μήνα, το συνολικό άθροισμα χρέωσης και πίστωσης, καθώς και το υπόλοιπό τους μέχρι το τέλος του μήνα που αφορά. Η δυνατότητα που παρέχεται με τις εν λόγω διατάξεις, που ισχύουν από 22/12/2006, καταλαμβάνει τα ισοζύγια των οποίων η προθεσμία εκτύπωσης λήγει από την ημερομηνία αυτή και μετά, δηλαδή το ισοζύγιο του μήνα Νοεμβρίου 2006 και επόμενα.

--------

4) Τήρηση του Μητρώου Παγίων σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα (έναρξη ισχύος από 22/12/2006).

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αντικαθίσταται η περίπτωση γ' της παραγράφου 1 του Αρθρου 24 του Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992 ) και παρέχεται η δυνατότητα μη εκτύπωσης (σε αθεώρητα έντυπα) του μητρώου παγίων και φύλαξης του περιεχομένου του σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται, με την προϋπόθεση της δυνατότητας εκτύπωσης του περιεχομένου του εντός τριών (3) ημερών, όταν ζητηθεί από τον φορολογικό έλεγχο, σύμφωνα με τις διατάξεις των τριών τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 7 του ίδιου Αρθρου.

Οι διατάξεις αυτές, που ισχύουν από 22/12/2006, καταλαμβάνουν το μητρώο παγίων του οποίου η προθεσμία εκτύπωσης λήγει την ημερομηνία αυτή και μετά. Έτσι το μητρώο παγίων για τη χρήση 1/1 – 31/12/2006, του οποίου η προθεσμία ενημέρωσης – εκτύπωσης λήγει μετά από 22/12/2006, μπορεί να μην εκτυπωθεί.

-------

5) Χρόνος εκτύπωσης του βιβλίου τεχνικών προδιαγραφών. Εκτύπωση - αποθήκευση του βιβλίου παραγωγής κοστολογίου και των δελτίων εσωτερικής διακίνησης σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα (έναρξη ισχύος από 22/12/2006).

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής προστίθενται στην παράγραφο 2 του Αρθρου 24 του Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992 ) δύο νέα εδάφια και επέρχονται οι εξής τροποποιήσεις:

Α) Ορίζεται ρητά ο χρόνος εκτύπωσης του βιβλίου τεχνικών προδιαγραφών στο χρόνο της προθεσμίας ενημέρωσής του. Έτσι το βιβλίο τεχνικών προδιαγραφών για ένα προϊόν πρέπει να εκτυπώνεται στο χρόνο της ενημέρωσής του, όπως αυτός ορίζεται με τις διατάξεις της περίπτωσης Α' της παραγράφου 8 του Αρθρου 8, δηλαδή μέχρι τη 10η ημέρα από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της πρώτης παραγωγής του.

Β) Ορίζεται ρητά ότι το βιβλίο παραγωγής - κοστολογίου εκτυπώνεται στο τέλος της διαχειριστικής περιόδου και μέχρι την προθεσμία κλεισίματος του ισολογισμού και παρέχεται η δυνατότητα να μην εκτυπώνεται και το περιεχόμενό του να αποθηκεύεται σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα με τις προϋποθέσεις που ορίζονται με τις διατάξεις των τριών τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 7 του Αρθρου 24.

Γ) Παρέχεται η δυνατότητα μη εκτύπωσης των δελτίων εσωτερικής διακίνησης που ορίζονται από την παράγραφο 2 του Αρθρου 8 ή από την παράγραφο 4 του Αρθρου 11, εφόσον τα δεδομένα τους αποθηκεύονται σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα και εκτυπώνονται εντός τριών ημερών, όταν ζητηθεί από τον φορολογικό έλεγχο, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων των τριών τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 7 του Αρθρου 24. Έτσι από 22/12/2006 και μετά τα δελτία εσωτερικής διακίνησης μπορεί να μην εκτυπώνονται και το περιεχόμενό τους να αποθηκεύεται σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα.

------------

6) Μη εκτύπωση των καταστάσεων αποτίμησης των αποθεμάτων – Αποθήκευση των δεδομένων της σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα (έναρξη ισχύος από 22/12/2006).

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αντικαθίσταται το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 6 του Αρθρου 24 του Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992 ) και παρέχεται η δυνατότητα να μην εκτυπώνεται η κατάσταση των αποθεμάτων με την ποσότητα και την αξία τους (αποτίμηση), εφόσον τα δεδομένα της αποθηκεύονται σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα εντός της προθεσμίας εκτύπωσής της που ορίζεται με τις διατάξεις της παραγράφου 8 του Αρθρου 17 (χρόνος κλεισίματος του ισολογισμού). Η δυνατότητα αυτή παρέχεται, με την προϋπόθεση που ορίζεται με τις διατάξεις των τριών τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 7 του Αρθρου 24.

---------

7) Εκτύπωση δεδομένων βιβλίων που είναι αποθηκευμένα σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα (έναρξη ισχύος από 22/12/2006).

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αντικαθίστανται τα τρία τελευταία εδάφια της παραγράφου 7 του Αρθρου 24 του Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992 ) αναφορικά με την υποχρέωση εκτύπωσης των δεδομένων βιβλίων που είναι αποθηκευμένα σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα όταν ζητηθεί από το φορολογικό έλεγχο. Η αντικατάσταση αυτή γίνεται για νομοτεχνικούς λόγους λόγω της επέκτασης δυνατότητας αποθήκευσης δεδομένων βιβλίων με τις διατάξεις του κοινοποιούμενου νόμου της και σε άλλα βιβλία ή δελτία, όπως το μητρώο παγίων, το βιβλίο παραγωγής κοστολογίου, τις καταστάσεις απογραφής αποθεμάτων (κατ' ποσότητα και αξία) και λοιπών περιουσιακών στοιχείων, καθώς και δελτίων εσωτερικής διακίνησης.

----------

8) Αποθήκευση της ανάλυσης των λοιπών (πλην παγίων και αποθεμάτων) στοιχείων του ενεργητικού και παθητικού σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα (έναρξη ισχύος από 22/12/2006).

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του Αρθρου 27 του Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992 ) και παρέχεται η δυνατότητα αποθήκευσης σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα της ανάλυσης των λοιπών (πλην παγίων και αποθεμάτων) στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού, που καταχωρούνται στο βιβλίο απογραφών μόνο με τα υπόλοιπα των οικείων λογαριασμών. Με την προϊσχύουσα διάταξη η ανάλυση αυτή έπρεπε να εκτυπώνεται μέχρι το κλείσιμο του ισολογισμού σε αθεώρητες καταστάσεις και για την αποθήκευση των δεδομένων της σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα απαιτείτo έγκριση του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. σύμφωνα με τις διατάξεις της προϊσχύουσας περίπτωσης ιγ' της παραγράφου 2 του Αρθρου 36, η οποία και καταργείται με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του Αρθρου 32 του κοινοποιούμενου νόμου.

Η δυνατότητα αυτή δίνεται με τις προϋποθέσεις που ορίζονται από τα τρία τελευταία εδάφια της παραγράφου 7 του Αρθρου 24 και ισχύει από 22/12/2006, καταλαμβάνει δηλαδή τις διαχειριστικές περιόδους για τις οποίες μέχρι την ημερομηνία αυτή δεν έχει παρέλθει η προθεσμία κλεισίματος του ισολογισμού, όπως αυτή ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 8 του Αρθρου 17.

---------

9) Κατάργηση της αποτίμησης των αποθεμάτων των υποκαταστημάτων με εξαρτημένη λογιστική και των αποθηκευτικών χώρων ενιαία με τα αποθέματα της έδρας (έναρξη ισχύος από 22/12/2006).

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αντικαθίσταται το πέμπτο και το έκτο εδάφιο της παραγράφου 2 του Αρθρου 28 του Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992 ) και καταργείται η υποχρέωση της ενιαίας αποτίμησης των αποθεμάτων τέλους χρήσης των υποκαταστημάτων και των αποθηκευτικών χώρων με τα αποθέματα της έδρας.

Έτσι μετά από την Κατάργηση της υποχρέωσης αυτής ο επιτηδευματίας μπορεί να αποτιμά τα αποθέματα των υποκαταστημάτων με εξαρτημένη λογιστική: α) ξεχωριστά από τα αποθέματα της έδρας με βάση την αξία αγοράς ή το ιστορικό κόστος παραγωγής ενός εκάστου από αυτά, β) ενιαία με τα αποθέματα της έδρας, γ) ενιαία με τα αποθέματα της έδρας ορισμένων από αυτά και ξεχωριστά για καθένα από τα λοιπά, δ) ενιαία με τα αποθέματα της έδρας ορισμένων από αυτά και ενιαία για όλα ή μερικά από τα υπόλοιπα υποκαταστήματα.

Οι διατάξεις αυτές, που ισχύουν από 22/12/2006, καταλαμβάνουν την αποτίμηση αποθεμάτων των χρήσεων εκείνων των οποίων η προθεσμία κλεισίματος του ισολογισμού λήγει από την ημερομηνία αυτή και μετά.

--------

10) Λόγοι ανεπάρκειας των βιβλίων Β' και Γ' κατηγορίας (έναρξη ισχύος για διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από 22/12/2006 και μετά).

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αντικαθίσταται η περίπτωση α' της παραγράφου 3 του Αρθρου 30 του Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992 ) . Με τις διατάξεις της νέας περίπτωσης α' λόγο ανεπάρκειας των βιβλίων συνεχίζει να αποτελεί η μη τήρηση ή η μη διαφύλαξη του βιβλίου παραγωγής-κοστολογίου, του βιβλίου τεχνικών προδιαγραφών και του βιβλίου ή του δελτίου ποσοτικής παραλαβής της παραγράφου 1 του Αρθρου 10. Ετσι με βάση τις διατάξεις αυτές η μη τήρηση κατ' περίπτωση των ημερολογίων, του ισοζυγίου γενικού–αναλυτικών καθολικών, του βιβλίου εσόδων-εξόδων, της μηνιαίας κατάστασης του βιβλίου εσόδων-εξόδων, καθώς και η μη τήρηση ή η μη διαφύλαξη του βιβλίου αποθήκης, των καταστάσεων της ποσοτικής καταχώρισης των αποθεμάτων ή του βιβλίου απογραφών δεν αποτελούν πλέον λόγο ανεπάρκειας των βιβλίων αλλά λόγο ανακρίβειας αυτών σύμφωνα με την περίπτωση θ' της παραγράφου 4 του Αρθρου αυτού, όπως τέθηκε με την παράγραφο 5 του Αρθρου 31 του κοινοποιούμενου νόμου.

Οι νέες διατάξεις, που ισχύουν για διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από 22/12/2006 και μετά, αφορούν την κρίση του κύρους των βιβλίων των χρήσεων αυτών με βάση τους λόγους που αναφέρονται σ' αυτή.

Έτσι σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις η μη τήρηση του ισοζυγίου γενικού - αναλυτικών καθολικών της χρήσης 2006 αποτελεί λόγο ανεπάρκειας των βιβλίων της χρήσης αυτής. Αντιθέτως η μη τήρηση του ισοζυγίου αυτού της χρήσης 2007 αποτελεί λόγο ανακρίβειας των βιβλίων της χρήσης αυτής.

--------

11) Λόγοι ανακρίβειας των βιβλίων (έναρξη ισχύος από 22/12/2006 και της περίπτωσης θ' της παραγράφου 4 του Αρθρου 30 για τις διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από την ημερομηνία αυτή και μετά).

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αντικαθίστανται οι περιπτώσεις β', ε' και η' του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 4 του Αρθρου 30 του Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992 ) και προστίθεται στο ίδιο εδάφιο περίπτωση θ' αναφορικά με τις πράξεις ή παραλείψεις που αποτελούν λόγο ανακρίβειας των βιβλίων Β' και Γ' κατηγορίας. Ειδικότερα με τις νέες διατάξεις επέρχονται οι εξής τροποποιήσεις:

Α)Με τις νέες διατάξεις της περίπτωσης β' ορίζεται ρητά ότι λόγο ανακρίβειας των βιβλίων αποτελεί η μη καταχώρηση στο βιβλίο απογραφών ποσοτικά των αποθεμάτων ή η ανακριβής καταχώρηση αυτών ως προς την ποσότητα. Η έννοια της μη καταχώρησης των αποθεμάτων ποσοτικά αφορά τη μη καταχώρηση ορισμένων από αυτά (επιλεκτική ή μη). Η μη καταχώρηση όλων των αποθεμάτων αποτελεί λόγο ανακρίβειας των βιβλίων σύμφωνα με τη νέα περίπτωση θ' (μη τήρηση καταστάσεων ποσοτικής καταχώρισης αποθεμάτων). Έτσι με τη νέα διάταξη δεν αποτελεί λόγο ανακρίβειας των βιβλίων αλλά λόγο ανεπάρκειας ή μη καταχώριση στο βιβλίο απογραφών όλων των άλλων (πλην αποθεμάτων) περιουσιακών στοιχείων ή η ανακριβής καταχώρηση αυτών.

Συνεπώς η τήρηση βιβλίου απογραφών στο οποίο έχουν καταχωρηθεί μόνο τα αποθέματα κατ' ποσότητα και αξία, χωρίς να έχουν καταχωρηθεί ορισμένα ή όλα από τα λοιπά περιουσιακά στοιχεία, δεν αποτελεί πλέον λόγο ανακρίβειας των βιβλίων αλλά λόγο ανεπάρκειας αυτών σύμφωνα με την περίπτωση β' της παραγράφου 3 του Αρθρου 30.

Β)Με τις νέες διατάξεις της περίπτωσης ε' απαλείφεται από τους λόγους ανακρίβειας των βιβλίων η μη τήρηση του βιβλίου ή δελτίου ποσοτικής παραλαβής του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του Αρθρου 10 (του βιβλίου δηλαδή που τηρείτο από τους επισκευαστές ηλεκτρικών, ηλεκτρονικών συσκευών κ.λ.π.), το οποίο πλέον με τις διατάξεις της παραγράφου 23 του Αρθρου 28 του κοινοποιούμενου νόμου ορίζεται ως βιβλίο της παραγράφου 5 του Αρθρου 10. Η απάλειψη αυτή γίνεται για νομοτεχνικούς λόγους και δεν επέρχεται καμιά ουσιαστική μεταβολή στις ισχύουσες διατάξεις.

Γ)Με τις νέες διατάξεις της περίπτωσης η' ορίζεται ως λόγος ανακρίβειας των βιβλίων η εμφάνιση αθροιστικών λαθών, πέραν του βιβλίου εσόδων-εξόδων που οριζόταν με την προϊσχύουσα διάταξη και στη μηνιαία κατάσταση του βιβλίου εσόδων-εξόδων, καθώς και στο βιβλίο απογραφών.

Δ)Με τη νέα περίπτωση θ' ορίζονται ως λόγοι ανακρίβειας των βιβλίων:

- η μη τήρηση των ημερολογίων

- η μη τήρηση του ισοζυγίου γενικού – αναλυτικών καθολικών

- η μη τήρηση του βιβλίου εσόδων–εξόδων

- η μη τήρηση της μηνιαίας κατάστασης του βιβλίου εσόδων-εξόδων

- η μη τήρηση ή η μη διαφύλαξη του βιβλίου αποθήκης

- η μη τήρηση ή μη διαφύλαξη των καταστάσεων της ποσοτικής καταχώρησης των αποθεμάτων ή του βιβλίου απογραφών, όταν δεν συντάσσονται καταστάσεις απογραφής και τα αποθέματα καταχωρούνται απ' ευθείας στο βιβλίο απογραφών.

Οι πιο πάνω παραλείψεις αποτελούν λόγο ανακρίβειας των βιβλίων για τις χρήσεις που αρχίζουν από 22/12/2006 και μετά. Για τις χρήσεις που λήγουν μέχρι την ημερομηνία αυτή αποτελούν λόγο ανεπάρκειας των βιβλίων, όπως αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο 31.4.

Παράδειγμα:

Το έτος 2009 διαπιστώνεται από τον τακτικό έλεγχο μη διαφύλαξη των καταστάσεων της ποσοτικής καταχώρισης των αποθεμάτων των χρήσεων 1/7/2005-30/6/2006, 1/7/2006-30/6/2007 και 1/7/2007-30/6/2008. Σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 3 του Αρθρου 30 και της περίπτωσης θ' της παραγράφου 4 του ίδιου Αρθρου η παράλειψη αυτή αποτελεί λόγο ανεπάρκειας των βιβλίων των χρήσεων 1/7/2005-30/6/2006 και 1/7/2006-30/6/2007 και λόγο ανακρίβειας των βιβλίων της χρήσης 1/7/2007-30/6/2008.

------------

12) Προϋποθέσεις κρίσης του κύρους των βιβλίων ως ανακριβών. Παραλείψεις που δεν αποτελούν λόγο ανεπάρκειας – ανακρίβειας των βιβλίων ( έναρξη ισχύος από 22/12/2006).

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αντικαθίστανται τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 4 του Αρθρου 30 του Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992 ) αναφορικά: α) με τις προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν για την κρίση των βιβλίων ως ανακριβών λόγω των παρατυπιών και των παραλείψεων που ορίζονται στην παράγραφο 4 του Αρθρου 30 και β) με τις πράξεις ή παραλείψεις οι οποίες δεν λογίζονται ως ανεπάρκεια ή ως ανακρίβεια.

Ειδικότερα:

Προϋποθέσεις κρίσης του κύρους των βιβλίων ως ανακριβών.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του προτελευταίου εδαφίου της παραγράφου 4 του Αρθρου 30 για την κρίση των βιβλίων ως ανακριβών και τον εξωλογιστικό προσδιορισμό του αποτελέσματος πρέπει:

α) Οι πράξεις ή οι παραλείψεις που ορίζονται από τις περιπτώσεις α' έως ε', ζ' και η' της παραγράφου αυτής (Αρθρο 30 παρ. 4) να είναι μεγάλης έκτασης, ώστε να επηρεάζουν σημαντικά τα οικονομικά αποτελέσματα. Η κάλυψη ή μη της προϋπόθεσης αυτής είναι θέμα πραγματικό, που κρίνεται από το φορολογικό έλεγχο.

β) Οι πράξεις ή οι παραλείψεις που ορίζονται από τις περιπτώσεις στ' και θ' της παραγράφου 4 του Αρθρου 30 να καθιστούν αντικειμενικά αδύνατο και όχι απλώς δυσχερή το φορολογικό έλεγχο. Στην περίπτωση αυτή για την ύπαρξη της αδυναμίας διενέργειας ελεγκτικών επαληθεύσεων εφαρμόζονται ανάλογα όσα αναφέρονται στα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 3 του Αρθρου 30.

Παραλείψεις που δεν αποτελούν λόγο ανεπάρκειας ή ανακρίβειας των βιβλίων.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 4 του Αρθρου 30 δεν λογίζεται ως ανεπάρκεια ή ως ανακρίβεια των βιβλίων:

α) Η καταχώριση εσόδου ή εξόδου σε άλλη χρήση από εκείνη που αφορά.

β) Η εμφάνιση αθροιστικών λαθών στο βιβλίο εσόδων-εξόδων, στη μηνιαία κατάσταση του βιβλίου εσόδων- εξόδων και στο βιβλίο απογραφών, όταν από τη λανθασμένη άθροιση δεν μειώνεται το φορολογικό αποτέλεσμα. Έτσι αθροιστικά λάθη τα οποία ή αυξάνουν το φορολογικό αποτέλεσμα ή δεν το επηρεάζουν δεν αποτελούν λόγο ανακρίβειας των βιβλίων και στοιχείων.

γ) Η αποτίμηση των αποθεμάτων κατ' άλλο τρόπο από τον οριζόμενο με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του Αρθρου 28 (όπως αποτίμηση των αποθεμάτων με μη παραδεκτή μέθοδο, αλλαγή της μεθόδου αποτίμησης των αποθεμάτων χωρίς την υποβολή γνωστοποίησης στο Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ή χωρίς την έγκριση των Ε.Λ.Β., λανθασμένη αποτίμηση), με την προϋπόθεση ότι θα συνταχθεί κατάσταση ορθής αποτίμησης των αποθεμάτων στο χρόνο που θα ζητηθεί από τον φορολογικό έλεγχο.

Νόμος 3522/2006
Και
ΠΟΛ.1024/15.2.2007

Φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας νομικών προσώπων

Αθήνα, 10 Απριλίου 2008
Αρ. Πρωτ.: 1042151/396/0013
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΕΠΕΙΓΟΝ
ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ& ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΓΕΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
ΤΜΗΜΑ Φ.Μ.Α.Π.
ΠΟΛ 1075
Ταχ. Δ/νση:10184 Αθήνα
Τηλέφωνο:2103375360
Email Καρ. Σερβίας 8
kefalaio-b1@ky.ypoik.gr

ΘΕΜΑ: «Φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας νομικών προσώπων»

Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις των άρθρων 5 έως και 21 του ν. 3634/2008 (Φ.Ε.Κ. 9 Α/29-1-2008) και σας δίνουμε τις ακόλουθες οδηγίες, για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους.
Με τις ανωτέρω διατάξεις,
- καταργείται ο Φόρος Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας (ν.2459/1997 Φ.Ε.Κ. 17A/18.2.1997) από την 1η Ιανουαρίου 2008,
- οι δηλώσεις στοιχείων ακινήτων (έντυπο Ε9) για το έτος 2008 αποδεσμεύονται από τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και υποβάλλονται αυτοτελώς μέχρι την 18η Απριλίου 2008 για τα φυσικά πρόσωπα και την 30η Ιουνίου 2008 για τα νομικά πρόσωπα
- επιβάλλεται ενιαίο τέλος στην ακίνητη περιουσία (Ε.Τ.ΑΚ.) των φυσικών και νομικών προσώπων που βρίσκεται στην Ελλάδα.

Ειδικότερα για την επιβολή του ενιαίου τέλους ακινήτων των νομικών προσώπων σας παρέχουμε τις ακόλουθες διευκρινήσεις:

Αντικείμενο του τέλους (άρθρο 5)

Με το άρθρο αυτό προβλέπεται η επιβολή φόρου στην ακίνητη περιουσία που βρίσκεται στην Ελλάδα. Για την εφαρμογή του νόμου στην έννοια της ακίνητης περιουσίας περιλαμβάνονται:

α. Το δικαίωμα της πλήρους ή ψιλής κυριότητας ή επικαρπίας επί ακινήτων.
β. Το δικαίωμα της αποκλειστικής χρήσης θέσεων στάθμευσης, βοηθητικών χώρων και κολυμβητικών δεξαμενών που βρίσκονται σε κοινόκτητο τμήμα υπογείου, πυλωτής, δώματος ή ακαλύπτου χώρου οικοδομής των πιο πάνω ακινήτων.

Στο νόμο ορίζεται ότι, η έννοια των ακινήτων και των εμπραγμάτων δικαιωμάτων, λαμβάνεται όπως αυτή δίνεται από τον Αστικό Κώδικα.

Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα (άρθρο 948), ακίνητα είναι μόνο το έδαφος και τα συστατικά μέρη αυτού.

Γενικά, κατά το αστικό δίκαιο, συστατικά είναι τα πράγματα που δεν μπορούν να αποχωρισθούν από το κύριο πράγμα, χωρίς να υποστούν βλάβη τα ίδια ή το κύριο πράγμα ή να αλλοιωθεί η ουσία ή ο προορισμός τους (άρθρο 953 Α.Κ.).

Σε περίπτωση που η επικαρπία έχει αποχωριστεί από την κυριότητα, φορολογούνται τόσο ο επικαρπωτής όσο και ο ψιλός κύριος αλλά καθένας χωριστά και για το εμπράγματο δικαίωμα που του αναλογεί.

Υποκείμενο ενιαίου τέλους ακινήτων (άρθρο 6)

Σε τέλος υπόκειται κάθε νομικό πρόσωπο, ανεξάρτητα από την έδρα του, για την ακίνητη περιουσία του, που βρίσκεται στην Ελλάδα την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας, ανεξάρτητα από τις μεταβολές που τυχόν επέλθουν κατά τη διάρκεια του έτους αυτού.

Παράδειγμα. Ανώνυμη Εταιρεία την 1η Ιανουαρίου του 2008, έχει στην κυριότητά της μία επαγγελματική στέγη. Στις 7 Ιανουαρίου την μεταβιβάζει σε φυσικό πρόσωπο. Υπόχρεη σε Ε.Τ.ΑΚ. για το έτος 2008 είναι η εταιρεία. Το φυσικό πρόσωπο θα καταβάλει Ε.Τ.ΑΚ. για το ακίνητο αυτό το έτος 2009, εφόσον το έχει στην κατοχή του την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας.

Για τις ανάγκες εφαρμογής της φορολογίας αυτής θεωρείται ότι τα ακίνητα ανήκουν στο νομικό πρόσωπο:

- από την ημερομηνία σύνταξης του οριστικού συμβολαίου, ανεξάρτητα από τη μεταγραφή του

- σε περίπτωση επιδικίας από την ημερομηνία τελεσιδικίας της δικαστικής απόφασης με την οποία καταδικάστηκε κάποιος σε δήλωση βουλήσεως ή με την οποία αναγνωρίστηκε δικαίωμα κυριότητας ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα σε ακίνητο από οποιαδήποτε αιτία ανεξάρτητα από τη μεταγραφή του,

- σε περίπτωση πλειστηριασμού, από την ημερομηνία σύνταξης της κατακυρωτικής έκθεσης,

- σε περίπτωση προσυμφώνου μεταβίβασης ακινήτου με δικαίωμα αυτοσύμβασης, από την ημερομηνία σύνταξης του προσυμφώνου εφόσον αγοραστής είναι το νομικό πρόσωπο,

- σε περίπτωση επίδικων ακινήτων εφόσον κατά την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας, έχει τη νομή το νομικό πρόσωπο.

Σε περίπτωση που νομικό πρόσωπο έχει κηρυχθεί σε πτώχευση υπόχρεος για την καταβολή του Ε.Τ.ΑΚ. είναι ο σύνδικος της πτώχευσης, για την πτωχευτική ακίνητη περιουσία.

Εφόσον νομικό πρόσωπο έχει οριστεί εκτελεστής διαθήκης είναι υπόχρεο σε καταβολή του Ε.ΤΑΚ. για την κληρονομιαία περιουσία για όσο διάστημα τη διαχειρίζεται και τη διοικεί.

Τέλος σε περιπτώσεις που έχει συναφθεί σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης υπόχρεος στην καταβολή του Ε.Τ.ΑΚ. είναι ο μισθωτής των ακινήτων για όσο διάστημα διαρκεί η σύμβαση.

Προσδιορισμός αξίας ακινήτων νομικών προσώπων (άρθρο 7)

Για τον υπολογισμό του ενιαίου τέλους λαμβάνεται υπόψη η συνολική αξία που έχουν τα ακίνητα και τα εμπράγματα σε αυτά δικαιώματα, κατά την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας.

Ο προσδιορισμός της αξίας γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του α.ν. 1521/1950 «περί φόρου μεταβίβασης ακινήτων» και των άρθρων 41 και 41Α΄ του ν. 1249/1982, όπως ισχύουν.
Συνεπώς για τα ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές που εφαρμόζεται το αντικειμενικό σύστημα, η αξία τους υπολογίζεται με βάση το σύστημα αυτό.

Για τα ακίνητα στα οποία υπάρχουν κτίσματα και βρίσκονται σε περιοχές που δεν εφαρμόζεται το αντικειμενικό σύστημα, η αξία των κτισμάτων υπολογίζεται με αντικειμενικά κριτήρια, ενώ η αξία του οικοπέδου με βάση τα συγκριτικά στοιχεία που υπάρχουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.

Στα γήπεδα εκτός σχεδίου πόλης ή οικισμού εφαρμόζεται η Αντικειμενική Αξία Γης.

Ο προσδιορισμός της αξίας της επικαρπίας, ανεξάρτητα αν αυτή είναι ορισμένου ή αορίστου χρόνου ή ισόβια, γίνεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 15 και του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 16 του Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών ο οποίος κυρώθηκε με το ν. 2961/2001.

Εφόσον ο επικαρπωτής είναι φυσικό πρόσωπο η αξία της επικαρπίας είναι ποσοστό της αξίας της πλήρους κυριότητας ανάλογα με την ηλικία αυτού και ορίζεται:
- Στα 8/10, αν ο επικαρπωτής δεν έχει υπερβεί το 20ο έτος της ηλικίας του,
- Στα 7/10, αν ο επικαρπωτής έχει υπερβεί το 20ο έτος της ηλικίας του,
- Στα 6/10, αν ο επικαρπωτής έχει υπερβεί το 30ο έτος της ηλικίας του,
- Στα 5/10, αν ο επικαρπωτής έχει υπερβεί το 40ο έτος της ηλικίας του,
- Στα 4/10, αν ο επικαρπωτής έχει υπερβεί το 50ο έτος της ηλικίας του,
- Στα 3/10, αν ο επικαρπωτής έχει υπερβεί το 60ο έτος της ηλικίας του,
- Στα 2/10, αν ο επικαρπωτής έχει υπερβεί το 70ο έτος της ηλικίας του,
- Στα 1/10, αν ο επικαρπωτής έχει υπερβεί το 80ο έτος της ηλικίας του.

Εφόσον ο επικαρπωτής είναι νομικό πρόσωπο, εξομοιώνεται με πρόσωπο που δεν έχει υπερβεί το 20ο έτος της ηλικίας του και συνεπώς η αξία της επικαρπίας ισούται με τα 8/10 της αξίας της πλήρους κυριότητας.

Η αξία της ψιλής κυριότητας βρίσκεται αν από την αξία της πλήρους κυριότητας αφαιρέσουμε την αξία της επικαρπίας, όπως προσδιορίζεται πιο πάνω.

Διευκρινίζεται ότι, για τον υπολογισμό του τέλους σε περιοχές που είναι ενταγμένες στο σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού, λαμβάνεται υπόψη η αξία όπως προσδιορίζεται από το αντικειμενικό σύστημα και όχι το τίμημα που αναγράφεται στο μεταβιβαστικό συμβόλαιο ή η λογιστική αξία αν πρόκειται για επιχείρηση.

Απαλλαγές από το ενιαίο τέλος (άρθρο 8)
Από το Ενιαίο Τέλος Ακινήτων απαλλάσσονται:

1. Τα δάση και οι δασικές εκτάσεις.
Ως δάσος ή δασικό οικοσύστημα νοείται το οργανικό σύνολο άγριων φυτών με ξυλώδη κορμό πάνω στην αναγκαία επιφάνεια του εδάφους, τα οποία, μαζί με την εκεί συνυπάρχουσα χλωρίδα και πανίδα, αποτελούν μέσω της αμοιβαίας αλληλεξάρτησης και αλληλεπίδρασης τους, ιδιαίτερη βιοκοινότητα (δασοβιοκοινότητα) και ιδιαίτερο φυσικό περιβάλλον (δασογενές). Δασική έκταση υπάρχει όταν στο παραπάνω σύνολο η άγρια ξυλώδης βλάστηση, υψηλή ή θαμνώδης, είναι αραιά (παράγραφοι 1 και 2, άρθρου 3, ν. 998/1979 ΦΕΚ 289 Α'). Περαιτέρω ως δασικές εκτάσεις νοούνται και οι οποιασδήποτε φύσεως ασκεπείς εκτάσεις, (φρυγανώδεις ή χορτολιβαδικές εκτάσεις, βραχώδεις εξάρσεις και γενικά ακάλυπτοι χώροι) που περικλείονται από δάση ή δασικές εκτάσεις, καθώς και οι υπεράνω των δασών ή δασικών εκτάσεων ασκεπείς κορυφές ή αλπικές ζώνες των ορέων (παράγραφος 4, άρθρο 3, ν. 998/1979 ΦΕΚ 289 Α΄).

Γενικά, ο χαρακτηρισμός μιας έκτασης ως δάσους ή δασικής ή μη ανάγεται στη Διοίκηση και, σε περίπτωση αμφισβήτησης, στο ΣτΕ. Έτσι όταν συντρέχει περίπτωση απαλλαγής δάσους ή δασικής έκτασης απαιτείται:

- Στις περιπτώσεις που έχει καταρτιστεί το δασολόγιο ενός νομού, με την κύρωση του δασικού χάρτη της περιοχής από τον Υπουργό Γεωργίας, απαιτείται βεβαίωση από τη σχετική Διεύθυνση Δασών νομαρχιακού επιπέδου.

- Στις περιπτώσεις που δεν έχει ακόμη καταρτιστεί δασολόγιο, ως προς το χαρακτηρισμό της έκτασης, απαιτείται η σχετική βεβαίωση των αρμόδιων επιτροπών της παρ. 3 του άρθρου 10 του ν. 998/1979.

- Στις περιπτώσεις αναδασωτέων εκτάσεων, απαιτείται η απόφαση του οικείου Νομάρχη.

- Στις περιπτώσεις δασών που ασκούν ιδιαίτερη προστατευτική επίδραση επί των εδαφών και των υπόγειων υδάτων, απαιτείται απόφαση του αρμόδιου Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας. Ειδικά για τα δάση που εμπίπτουν στην Περιφέρεια ευθύνης της Περιφέρειας Αττικής και του νομού Θεσσαλονίκης, η κατάταξη αυτή γίνεται με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας.

Έτσι, σε περίπτωση επίκλησης της σχετικής απαλλαγής οφείλεται είτε η προσκόμιση του οικείου Φ.Ε.Κ. είτε απαιτείται η σχετική βεβαίωση από την αρμόδια διοικητική αρχή.

Σε περίπτωση τελεσίδικης δικαστικής απόφασης αναγνώρισης κυριότητας σε αντιδικία μεταξύ ιδιωτών και δημοσίου, αρκεί η προσκόμιση της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης, μόνο ως προς το ζήτημα του ιδιοκτησιακού χαρακτήρα της έκτασης (δημόσιο ή μη) όχι όμως και ως προς το θέμα του χαρακτηρισμού της ως δασικής ή μη, ζήτημα για το οποίο αρμόδια είναι είτε η Διοίκηση είτε το ΣτΕ.

2. Τα ξένα κράτη για τα ακίνητα που ανήκουν σε αυτά και τα οποία χρησιμοποιούνται για την εγκατάσταση των πρεσβειών και προξενείων αυτών, με τον όρο της αμοιβαιότητας.

Τούτο σημαίνει ότι η απαλλαγή θα ισχύσει μόνο αν, με βάση τη νομοθεσία του αλλοδαπού κράτους, τα ακίνητα που βρίσκονται στο κράτος αυτό και ανήκουν στην Ελλάδα και χρησιμοποιούνται ως εγκατάσταση εκεί της Ελληνικής Πρεσβείας ή Προξενείου, απαλλάσσονται του αντίστοιχου φόρου.

Όταν συντρέχει περίπτωση απαλλαγής, με τον όρο της αμοιβαιότητας, ακινήτων ιδιοκτησίας ξένων κρατών που χρησιμοποιούνται για την εγκατάσταση των πρεσβειών και προξενείων, απαιτείται βεβαίωση του Υπουργείου Εξωτερικών.

3. Τα ακίνητα που έχουν δεσμευθεί από την αρχαιολογική υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, λόγω αρχαιολογικής έρευνας.
Η δέσμευση αυτή πρέπει να υπάρχει κατά την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας και αποδεικνύεται με σχετική βεβαίωση της αρμόδιας Εφορίας Αρχαιοτήτων.

4. Κτίσματα για τα οποία έχει εκδοθεί άδεια ή πρωτόκολλο κατεδάφισης.
Απαραίτητη προϋπόθεση για να εξαιρεθούν του τέλους τα κτίσματα αυτά είναι η προσκόμιση της άδειας ή του πρωτοκόλλου κατεδάφισης, τα οποία να είναι σε ισχύ κατά την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας..

5. Τα επιταγμένα από το στρατό ακίνητα, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 442/1929 (ΦΕΚ 339 Α`).
Όταν συντρέχει περίπτωση απαλλαγής ακινήτων τα οποία είναι επιταγμένα από το Στρατό, απαιτείται η προσκόμιση της Διυπουργικής Απόφασης Επίταξης, Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εθνικής Αμύνης.

6. Το Ελληνικό Δημόσιο, στο οποίο περιλαμβάνονται και οι αποκεντρωμένες δημόσιες υπηρεσίες, που λειτουργούν ως ειδικά ταμεία, απαλλάσσονται για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητά τους.

Η περιουσία του Δημοσίου διακρίνεται σε δύο κατηγορίες, τη δημόσια (δημόσια κτήση) και την ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου. Όσον αφορά την πρώτη κατηγορία, δηλαδή τη δημόσια περιουσία του Δημοσίου, η οποία είναι αφιερωμένη στην εκπλήρωση αποκλειστικά δημόσιων σκοπών (ιδιόχρηστα), απαλλάσσεται του Ε.Τ.ΑΚ.

Συγκεκριμένα, η δημόσια κτήση περιλαμβάνει τα εκτός συναλλαγής -άρθρο 966 Α.Κ.-, τα κοινής χρήσεως πράγματα που ανήκουν στο Δημόσιο, εφόσον δεν ανήκουν σε Δήμο ή Κοινότητα ή νόμος δεν έχει ορίσει άλλως -άρθρο 968 Α.Κ.- (π.χ. οδοί, πλατείες, πεζοδρόμια, εξωτερικές στοές, υπόγειες διαβάσεις, γέφυρες, δημόσια άλση, δημόσιοι κήποι, λιμάνια, όρμοι, αιγιαλός, όχθες πλεύσιμων ποταμών και μεγάλων λιμνών, η κοίτη ποταμού, τα ελευθέρως και αενάως ρέοντα ύδατα, βραχονησίδες, κ.λπ., άρθρο 967 Α.Κ.) και τα προορισμένα για την εξυπηρέτηση δημοσίων σκοπών (ιδιόχρηστα). Τα ιδιόχρηστα διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες και συγκεκριμένα σε μέσα παροχικής διοίκησης (π.χ. δημόσια μουσεία, περιοχές αρχαιολογικών τόπων και καλλιτεχνικά μνημεία, δημόσιες βιβλιοθήκες και πινακοθήκες, δημόσια στάδια κολυμβητήρια και γυμναστήρια, δημόσιες αγορές, δημόσια σφαγεία, δημόσια λουτρά, τάφοι κ.λπ.), σε μέσα εξωτερικής ή εσωτερικής ασφάλειας (π.χ. φρούρια, οχυρά, τα πεδία στρατιωτικών ασκήσεων, οι ναύσταθμοι, τα αεροδρόμια, τα κτήρια των στρατώνων και των στρατιωτικών νοσοκομείων, των οπλοστασίων κ.λπ.) και σε μέσα στέγασης και λειτουργίας δημοσίων υπηρεσιών (π.χ. κτήρια, γήπεδα).

Εκτός των εκτός συναλλαγής στα οποία το Κράτος δεν διαθέτει κυριότητα αλλά Εθνική Κυριαρχία (συνεπώς εξ ορισμού απαλλάσσονται του Ε.Τ.ΑΚ.), τα κοινής χρήσεως και τα προορισμένα για την εξυπηρέτηση δημοσίων σκοπών απαλλάσσονται από το Ε.Τ.ΑΚ., δεδομένου ότι η Δημόσια Κτήση είναι ανεπίδεκτη εκμετάλλευσης.
Αντιθέτως τα ακίνητα τα οποία περιέχονται στην ιδιωτική περιουσία δεν απαλλάσσονται του Ε.Τ.ΑΚ., αλλά υπόκεινται σε τέλος με συντελεστή 1‰.

Ειδικά από τα αγροτεμάχια και τις εκτάσεις που με οποιοδήποτε τρόπο έχει παύσει η ιδιότητά τους ως κοινοχρήστων υπόκεινται στο Ε.Τ.ΑΚ. (με συντελεστή 1‰) μόνο εκείνα τα οποία το Κράτος εκμισθώνει, δεδομένου ότι τα υπόλοιπα αγροτεμάχια και εκτάσεις θεωρείται ότι διατηρούνται ανεκμετάλλευτα προκειμένου το Κράτος να έχει μεγαλύτερη μελλοντική ευχέρεια προγραμματισμού και συντονισμού της οικονομικής δραστηριότητας της Χώρας, κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 106 του Συντάγματος. Στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου περιλαμβάνονται ενδεικτικά τα μεταλλεία, λατομεία, αλυκές, ιαματικές πηγές και λοιπά εκμισθούμενα ακίνητα.

7. Οι Δήμοι, οι Κοινότητες, οι Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, απαλλάσσονται για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητά τους.
Ειδικότερα απαλλάσσονται του Ε.Τ.ΑΚ. τα κοινής χρήσεως πράγματα (όπως αυτά του Ελληνικού Δημοσίου περίπτωση 6) που ανήκουν σε Δήμο ή Κοινότητα (π.χ. οι πηγές τα υδραγωγεία, οι αγωγοί ύδρευσης και αποχέτευσης, οι δημοτικοί ή κοινοτικοί οδοί, οι ιδιωτικές οδοί που προϋπάρχουν του 1923 και οι αγροτικοί δρόμοι που έχουν δοθεί σε δημόσια χρήση, οι πλατείες, οι αιγιαλοί εφόσον δεν ανήκουν στο Δημόσιο κ.λπ.).
Περαιτέρω απαλλάσσονται του Ε.Τ.ΑΚ. και τα προορισμένα για την εξυπηρέτηση δημοτικών και κοινοτικών σκοπών (ιδιόχρηστα) ακίνητα (π.χ. δημοτικά στάδια, δημοτικά θέατρα, δημοτικά νεκροταφεία, τα κτήρια που στεγάζουν δημοτικέ και κοινοτικές υπηρεσίες κ.λπ.).

Η ιδιωτική περιουσία (π.χ. εκμισθούμενα ακίνητα) των πιο πάνω νομικών προσώπων έχει την ίδια φορολογική αντιμετώπιση με το Ελληνικό Δημόσιο (βλέπε περίπτωση 6).

8. Οι κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 13 του Συντάγματος γνωστές θρησκείες και δόγματα, το Ιερό Κοινό του Παναγίου Τάφου, η Ιερά Μονή του Όρους Σινά, το Άγιο Όρος, το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και η Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας, απαλλάσσονται για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητά τους, καθώς και για αυτά που χρησιμοποιούν για να επιτελούν το λατρευτικό τους έργο.

Τα ακίνητα της χερσονήσου του Αθω, από τη Μεγάλη Βίγλα και πέρα, η οποία αποτελεί την περιοχή του Αγίου Όρους, απαλλάσσονται λόγω και της συνταγματικής κατοχύρωσης του ειδικού καθεστώτος του (άρθρο 105 Συντάγματος της Ελλάδος).

Στην έννοια των ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων, συμπεριλαμβάνονται: α) οι κάθε είδους ναοί (ενοριακοί, ιδρυμάτων, νεκροταφείων, παρεκκλήσια, εξωκλήσια) ακόμη και οι ιδιόκτητοι ναοί (με εξαίρεση τους ιδιωτικούς κτητορικούς ναούς που δεν έχουν τεθεί σε κοινή λατρεία) β) Οι ιερές μονές, γ) Οι τόποι γενικά κοινής λατρείας. Επισημαίνεται ότι τα ακίνητα που προορίζονται για την εξυπηρέτηση θρησκευτικών σκοπών, προσλαμβάνουν την ιδιότητα αυτή είτε αμέσως εκ του νόμου, είτε με τη βούληση του ιδιοκτήτη, τηρουμένων των νομίμων διατυπώσεων. Έτσι, αναφορικά με τους χώρους, όπου ασκείται δημόσια λατρεία, προκειμένου να χορηγηθεί η εν λόγω απαλλαγή, απαιτείται:
α) για τους ναούς και ευκτήριους οίκους, άδεια λειτουργίας από τον υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, β) για τις μονές, το προεδρικό διάταγμα της ίδρυσής τους

Σωματεία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που επιδιώκουν μόνο θρησκευτικούς σκοπούς και δικαιοπρακτούν για λογαριασμό των αντίστοιχων εκκλησιών - ευκτήριων οίκων γνωστής θρησκείας ή δόγματος με τους οποίους συνδέονται άμεσα, επειδή αυτοί στερούνται νομικής προσωπικότητας, δικαιούνται αυτά την ανωτέρω απαλλαγή από το φόρο .Δεν τάσσεται ουδεμία προϋπόθεση στην οργανωτική μορφή της θρησκευτικής κοινότητας, που αποτελεί το ναό - ευκτήριο οίκο ή μονή, πλην του ότι πρέπει να πρεσβεύει γνωστή θρησκεία ή δόγμα. Τα σωματεία αυτά εμπίπτουν στην απαλλαγή εφόσον συνυποβάλλουν με την οικεία δήλωση και τα εξής:

Αδεια ίδρυσης και λειτουργίας ευκτήριου οίκου - ναού - μονής από το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
β. Βεβαίωση από το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων ότι ο ευκτήριος οίκος εκφράζει γνωστή θρησκεία ή δόγμα
γ. Καταστατικό του συναφούς σωματείου ή ιδρύματος, από το οποίο να προκύπτει η σύνδεση αυτού με το γνωστό δόγμα ή θρησκεία και τον ευκτήριο οίκο.
(ανάλογη εφαρμογή της 337/2002 Γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ.)
Η υπόλοιπη ακίνητη περιουσία των ανωτέρω νομικών προσώπων έχει την ίδια φορολογική αντιμετώπιση με το Ελληνικό Δημόσιο (βλέπε περίπτωση 6).

9. Τα νομικά πρόσωπα που υπάγονται στις διατάξεις του ν. 1091/1980 (ΦΕΚ 267Α΄) απαλλάσσονται για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητά τους.
Η υπόλοιπη ακίνητη περιουσία των ανωτέρω νομικών προσώπων έχει την ίδια φορολογική αντιμετώπιση με το Ελληνικό Δημόσιο (βλέπε περίπτωση 6).

Ειδικά τα νομικά πρόσωπα των πιο πάνω περιπτώσεων 6, 7, 8 και 9 δεν θα αναγράφουν τα ακίνητα για τα οποία απαλλάσσονται στις δηλώσεις Ενιαίου Τέλους Ακινήτων.

10. Απαλλάσσονται για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητά τους η Τράπεζα της Ελλάδος, οι δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις, οι Τοπικές Ενώσεις Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Ε.Δ.Κ.), η Κεντρική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδας (Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.), η Ένωση Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Ελλάδος (Ε.Ν.Α.Ε.), τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα κάθε είδους ταμεία ή οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, η Αρχαιολογική Εταιρεία, τα Μουσεία, τα Κοινωφελή Ιδρύματα και τα Ιδρύματα για τα οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 1610/1986 (ΦΕΚ 89Α΄).

Ειδικότερα:
- Για την Αρχαιολογική Εταιρεία ιδιοχρησιμοποιούμενα είναι τα ακίνητα στα οποία θεωρείται ότι επιτελείται ο σκοπός της. Σύμφωνα με το άρθρο 1 του Οργανισμού της η Αρχαιολογική Εταιρεία, έχει σκοπό να συνεργεί α) στην ανεύρεση, συλλογή, συντήρηση, διαφύλαξη, αναστύλωση, επισκευή και επιστημονική έρευνα των μνημείων της αρχαιότητος, συμπεριλαμβανομένων και των χριστιανικών, βυζαντινών και λοιπών μνημείων μέχρι της Ελληνικής Επαναστάσεως, β) στη μελέτη του βίου των αρχαίων και την εξερεύνηση της βυζαντινής και μεσαιωνικής αρχαιολογίας και τέχνης και γ) στη διάδοση γνώσεων περί της ιστορίας της αρχαίας και της νεότερης τέχνης.

- Η έννοια του Κοινωφελούς σκοπού λαμβάνεται σύμφωνα με το άρθρο 1 του ν. 2039/1939 όπως ισχύει και του Κοινωφελούς Ιδρύματος με το άρθρο 95 του ιδίου νόμου.

- Στις περιπτώσεις των Ιδρυμάτων για τα οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 1610/1986 (ΦΕΚ 89Α΄) απαιτείται η προσκόμιση του οικείου ΦΕΚ σύστασης του νομικού προσώπου.

Τονίζεται ότι κάθε άλλη διάταξη, γενική ή ειδική, που αφορά απαλλαγές από φόρους ή τέλη, πλην των ανωτέρω, δεν εφαρμόζεται για το ενιαίο τέλος ακίνητης περιουσίας.

Αρμόδια Δ.Ο.Υ. (άρθρο 10)

Για την παραλαβή των δηλώσεων και τη βεβαίωση του τέλους αρμόδια Δ.Ο.Υ. είναι αυτή της φορολογίας εισοδήματος του υπόχρεου νομικού προσώπου.

Υπολογισμός του Ε.Τ.ΑΚ. νομικών προσώπων (άρθρο 11)

- Η αξία των γηπέδων (οικοπέδων ή αγροτεμαχίων), και των κτισμάτων (μισθωμένων και κενών) των νομικών προσώπων υπόκειται σε τέλος με συντελεστή έξη τοις χιλίοις (6‰)

- Η αξία των κτισμάτων τα οποία ιδιοχρησιμοποιούνται για την παραγωγή ή την άσκηση εμπορικής δραστηριότητας από επιχειρήσεις ανεξαρτήτως αντικειμένου εργασιών υπόκειται σε τέλος με συντελεστή ένα τοις χιλίοις (1‰). Ο μειωμένος συντελεστής της αξίας των κτισμάτων καταλαμβάνει μόνο τα ιδιοχρησιμοποιούμενα για την παραγωγή ή την άσκηση της εμπορικής δραστηριότητας κτίσματα όλων των επιχειρήσεων και όχι τα γήπεδα (οικόπεδα ή αγροτεμάχια) επί των οποίων βρίσκονται τα κτίσματα αυτά. Συνεπώς, αν η εταιρεία προβαίνει στην εκμίσθωση κάποιου ακινήτου ή παραχωρεί δωρεάν τη χρήση του και η αξία των κτισμάτων υπόκειται σε ΕΤΑΚ με συντελεστή έξι τοις χιλίοις (6‰).

- Η αξία των γηπέδων (οικοπέδων ή αγροτεμαχίων) και των κτισμάτων (μισθωμένων και κενών) των νομικών προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που επιδιώκουν σκοπούς κοινωφελείς, θρησκευτικούς, φιλανθρωπικούς και εκπαιδευτικούς υπόκειται σε τέλος με συντελεστή τρία τοις χιλίοις (3‰).

- Η αξία των ιδιοχρησιμοποιούμενων κτισμάτων των νομικών προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα υπόκειται σε τέλος με συντελεστή ένα τοις χιλίοις (1‰).

- Η αξία των λοιπών ακινήτων των νομικών προσώπων, τα οποία απαλλάσσονται για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητά τους (π.χ. Ελληνικό δημόσιο νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου κ.λπ.) φορολογείται, με συντελεστή ένα τοις χιλίοις (1‰).

- Τα ακίνητα που περιλαμβάνονται στο ενεργητικό των εταιρειών επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία και των Αμοιβαίων Κεφαλαίων Ακίνητης Περιουσίας φορολογείται, με συντελεστή ένα τοις χιλίοις (1‰).

Επισημαίνεται όμως ότι το τέλος που αναλογεί στην αξία των κτισμάτων που υπόκεινται σε φορολογία, δεν μπορεί να είναι μικρότερο από ένα (1) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, με εξαίρεση τα ημιτελή κτίσματα.


Παραδείγματα υπολογισμού Ε.Τ.ΑΚ. νομικού προσώπου

1ο παράδειγμα
Α.Ε. κατασκευής κεραμικών ειδών έχει στην κυριότητά της τα εξής ακίνητα:
1. Εργοστάσιο, το οποίο ιδιοχρησιμοποιεί, επιφανείας 1.500 τ.μ. αξίας 800.000 ΕΥΡΩ, επί οικοπέδου αξίας 280.000 ΕΥΡΩ.
2. Γεωργικά κτίσματα, επιφανείας 300 τ.μ. αξίας 64.000 ΕΥΡΩ, επί αγροτεμαχίου αξίας 50.000 ΕΥΡΩ
3. Διαμέρισμα επιφανείας 180 τ.μ. αντικειμενικής αξίας 200.000 ΕΥΡΩ την οποία μισθώνει.

Υπολογισμός τέλους
1. 800.000,00Χ0,1%= 800,00 ΕΥΡΩ το εργοστάσιο, επειδή το ιδιοχρησιμοποιεί.
2. 280.000,00Χ0,6%= 1.680.00 ΕΥΡΩ για το οικόπεδο.
3. 64.000,00Χ0,6%= 384,00 ΕΥΡΩ για τις γεωργικές αποθήκες
4. 50.000,00Χ0,6%=300,00 ΕΥΡΩ για το αγροτεμάχιο
5. 200.000Χ0,6%= 1.200,00 ΕΥΡΩ για το διαμέρισμα

Τ.Μ. κτισμάτων 1500+300+180=1980
Τέλος κτισμάτων 800,00+384,00+1200,00=2384,00 ΕΥΡΩ
Άρα για τον υπολογισμό των κτισμάτων δεν θα ληφθεί υπόψη το 1 ΕΥΡΩ.

Σύνολο τέλους:800,00+1680,00+384,00+300,00+1200,00=4364.00 ΕΥΡΩ


2ο παράδειγμα:
ΕΠΕ εμπορίας επίπλων έχει στην κυριότητά της τα εξής ακίνητα:

1. Εκθετήριο, το οποίο ιδιοχρησιμοποιεί, επιφανείας 1.000 τ.μ. αξίας 700.000,00 ΕΥΡΩ, επί οικοπέδου αξίας 300.000 ΕΥΡΩ.
2. Αγροτεμάχιο αξίας 200.000,00 ΕΥΡΩ

Υπολογισμός τέλους

1. 700.000,00Χ0,1%= 700,00 ΕΥΡΩ για το εκθετήριο, επειδή το ιδιοχρησιμοποιεί.
2. 300.000,00Χ0,6%= 1.800.00 ΕΥΡΩ για το οικόπεδο
3. 200.000Χ0,6%= 1.200,00 ΕΥΡΩ για το αγροτεμάχιο
Τ.Μ. κτισμάτων 1.000
Τέλος κτισμάτων 700,00 ΕΥΡΩ Επομένως για τον υπολογισμό του τέλους θα ληφθεί υπόψη η αξία των κτισμάτων σύμφωνα με το 1 ΕΥΡΩ ανά τ.μ., δηλαδή 1.000,00 ΕΥΡΩ
Σύνολο τέλους: 1.000,00+1.800.00+1.200,00=4.000,00 ΕΥΡΩ.

Νομικά πρόσωπα υπόχρεα σε δήλωση
Προθεσμία υποβολής (άρθρο 12)

Κάθε νομικό πρόσωπο που έχει ακίνητο την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους, υποχρεούται να υποβάλει δήλωση ενιαίου τέλους ακίνητης περιουσίας μέχρι και την 15η Μαΐου του οικείου έτους.
Η δήλωση υποβάλλεται σύμφωνα με το τελευταίο ψηφίο του Α.Φ.Μ. του φορολογουμένου, με αρχή το ψηφίο 1, και ολοκληρώνεται μέσα σε 10 εργάσιμες ημέρες.

Η δήλωση υποβάλλεται από το νόμιμο εκπρόσωπο του νομικού προσώπου ή από πρόσωπο που έχει ειδικά προς τούτο εξουσιοδοτηθεί από αυτόν. Η εξουσιοδότηση μπορεί να δοθεί και με απλή επιστολή, που έχει θεωρηθεί για το γνήσιο της υπογραφής του εξουσιοδοτούντος από αρμόδια αρχή.

Η δήλωση συντάσσεται σε έντυπο που χορηγείται δωρεάν από την υπηρεσία. O τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης καθώς και κάθε άλλο έγγραφο που είναι απαραίτητο να επισυναφθεί σ` αυτή καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, οι οποίες δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για το έτος 2008 εκδόθηκε η Α.Υ.Ο. 1028909/98/0013/ΠΟΛ.1052/7.3.2008.

Βεβαίωση του τέλους (άρθρο 13)

Ο προϊστάμενος της αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) βεβαιώνει το τέλος:
α) βάσει των δηλώσεων που υποβάλλονται,
β) βάσει των φύλλων ελέγχου, εφόσον αυτά έχουν οριστικοποιηθεί με διοικητική επίλυση της διαφοράς ή λόγω μη άσκησης ή εκπρόθεσμης άσκησης προσφυγής,
γ) βάσει οριστικών αποφάσεων διοικητικών δικαστηρίων ή πρακτικών δικαστικού συμβιβασμού.
Για τη βεβαίωση του τέλους ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ., συντάσσει χρηματικό κατάλογο το αργότερο εντός τριών (3) ετών από τη λήξη του έτους φορολογίας.
Δεν βεβαιώνεται το ποσό που τελικά οφείλεται με βάση οποιονδήποτε νόμιμο τίτλο, εφόσον τούτο δεν υπερβαίνει τα είκοσι επτά (27) ευρώ.

Για τη βεβαίωση του τέλους εφαρμόζονται ανάλογα οι παράγραφοι 4 έως και 9 του άρθρου 74 του ν. 2238/ 1994 (ΦΕΚ 151 Α').

Διαδικασία βεβαίωσης του τέλους (άρθρο 14)

Για την καταχώρηση των δηλώσεων που υποβάλλονται, την έκδοση των πράξεων επιβολής του τέλους, την επίδοση των προσκλήσεων, των πράξεων και των υπολοίπων εγγράφων, την εξώδικη λύση των διαφορών, το απόρρητο των φορολογικών στοιχείων και γενικά τη διαδικασία βεβαίωσης του τέλους εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των άρθρων 61, 62, 65 έως και 72, 75 και 85 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

Το δικαίωμα του δημοσίου για επιβολή του τέλους παραγράφεται σε πέντε έτη από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία επίδοσης της δήλωσης των νομικών προσώπων.

Αν δεν έχει υποβληθεί δήλωση, το δικαίωμα του δημοσίου παραγράφεται σε δεκαπέντε έτη.

Σε περιπτώσεις επιδικίας μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του φορολογούμενου νομικού ή φυσικού προσώπου, οι προθεσμίες παραγραφής του δημοσίου παρατείνονται μέχρι έξη μήνες από τη δημοσίευση της αμετάκλητης δικαστικής απόφασης.

Καταβολή του τέλους (άρθρο 15)

Το Ε.Τ.ΑΚ. νομικών προσώπων καταβάλλεται σε τρεις (3) ίσες διμηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη με την υποβολή της εμπρόθεσμης δήλωσης, οι δε υπόλοιπες την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα των διμήνων που ακολουθούν

Δήλωση που υποβάλλεται χωρίς την ταυτόχρονη καταβολή της πρώτης δόσης, θεωρείται απαράδεκτη και δεν παράγει έννομα αποτελέσματα.

Το Ε.Τ.ΑΚ. δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος των φυσικών και νομικών προσώπων


Πρόσθετοι φόροι (άρθρο 16)

Για την επιβολή των πρόσθετων φόρων και προστίμων των νομικών προσώπων εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του ν. 2523/1997.
Συγκεκριμένα με την παράγραφο 1 του άρθρου 1 του ανωτέρω νόμου ορίζεται ότι :

- αν δεν υποβληθεί καθόλου δήλωση, επιβάλλεται πρόσθετος φόρος, που ορίζεται σε ποσοστό 2,5% επί του φόρου, την πληρωμή του οποίου θα απέφευγε ο υπόχρεος λόγω μη υποβολής της δήλωσης για κάθε μήνα καθυστέρησης,

- αν υποβληθεί ανακριβής δήλωση, επιβάλλεται στον υπόχρεο πρόσθετος φόρος, που ορίζεται σε ποσοστό 2% επί του φόρου την πληρωμή του οποίου θα απέφευγε, για κάθε μήνα καθυστέρησης,

- αν η δήλωση υποβληθεί εκπρόθεσμα, επιβάλλεται πρόσθετος φόρος που ορίζεται σε ποσοστό 1% επί του φόρου που οφείλεται με τη δήλωση, για κάθε μήνα καθυστέρησης.

Σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 2 του ίδιου νόμου ορίζονται ως ανώτατα όρια για την επιβολή πρόσθετων φόρων το ποσοστό 100% για υποβολή εκπρόθεσμης δήλωσης και 200% για την υποβολή ανακριβούς δήλωσης ή μη υποβολή δήλωσης.

Επίσης τα πρόσωπα που παραβαίνουν τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από την κείμενη φορολογική νομοθεσία υπόκεινται για κάθε παράβαση σε πρόστιμο που ορίζεται από 117 ΕΥΡΩ, μέχρι 1.170 ΕΥΡΩ. Το πρόστιμο αυτό επιβάλλεται στις περιπτώσεις που δεν προβλέπεται η επιβολή πρόσθετου φόρου ή δεν προκύπτει ποσό φόρου για καταβολή.

Ευθύνες και δικαιώματα των τελευταίων κυρίων ή επικαρπωτών ακινήτων από σύμβαση (άρθρο 17)

Οι κατόπιν σύμβασης τελευταίοι κάτοχοι των ακινήτων ευθύνονται σε ολόκληρο, μαζί με τους υπόχρεους, για την πληρωμή του τέλους που τα βαρύνει, εφόσον το τέλος βεβαιώθηκε σε βάρος του υπόχρεου με τίτλο ο οποίος ισχύει και για τον τελευταίο κάτοχο.

Για να θεμελιωθεί η ευθύνη απαιτείται:
α. Να υπάρχει τίτλος, βάσει του οποίου βεβαιώθηκε τέλος σε βάρος του υπόχρεου, ο οποίος αποτελεί και τον τίτλο για την είσπραξη του τέλους από τον τελευταίο κάτοχο.
β. Το ακίνητο να αποκτήθηκε με σύμβαση, η οποία καταρτίστηκε μεταξύ του υπόχρεου σε τέλος ή των δικαιοδόχων του και του τελευταίου κατόχου.

Συνεπώς, ο κάτοχος ακινήτου που το απέκτησε με αναγκαστικό πλειστηριασμό καθώς και οι μεταγενέστεροι καθολικοί ή ειδικοί διάδοχοί του, δεν ευθύνονται για το φόρο που βεβαιώθηκε σε βάρος του υποχρέου.
Διευκρινίζεται ότι ο τελευταίος με σύμβαση κάτοχος δεν ευθύνεται για ολόκληρο το τέλος που οφείλεται από τον υπόχρεο, αλλά μόνο για το τέλος, που επιμεριστικά αναλογεί, στο ακίνητο που κατέχει.
H εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού θα γίνεται μόνο στην περίπτωση, που δεν μπορεί για οποιοδήποτε λόγο να εισπραχθεί το τέλος από τον κύριο υπόχρεο. Γι` αυτό, οι προϊστάμενοι των Δ.Ο.Υ. θα πρέπει να εξαντλούν κάθε νόμιμο μέσο για την είσπραξη του τέλους από τον κυρίως υπόχρεο και, μόνο όταν αυτό δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, πρέπει να στρέφονται κατά του τελευταίου κατόχου του ακινήτου.

Οι τελευταίοι κάτοχοι ακινήτων με σύμβαση δικαιούνται να ασκήσουν, από τα δικαιώματα που έχει ο υπόχρεος σε τέλος, μόνο εκείνα που αφορούν την ακύρωση ή την τροποποίηση των οριστικών πράξεων του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. Τα δικαιώματά τους αυτά μπορούν να τα ασκήσουν οι τελευταίοι κάτοχοι μόνο αν τους κοινοποιήθηκε πρόσκληση ή ειδοποίηση για πληρωμή του τέλους που επιμεριστικά αναλογεί στο ακίνητο που κατέχουν.

Επίσης, οι νόμιμοι αντιπρόσωποι των υπόχρεων σε τέλος ευθύνονται σε ολόκληρο, μαζί με τους κυρίως υπόχρεους, για την πληρωμή των πρόσθετων φόρων που οφείλονται σε δικές τους πράξεις ή παραλείψεις. Δηλαδή η υποχρέωσή τους θεμελιώνεται στην πλημμέλεια που έδειξαν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί.

Υποχρεώσεις συμβολαιογράφων και υποθηκοφυλάκων (άρθρο 18)

Απαγορεύεται η σύνταξη συμβολαιογραφικού εγγράφου, με το οποίο μεταβιβάζεται (με αντάλλαγμα ή με χαριστική αιτία) η κυριότητα ενός ακινήτου ή μεταβιβάζονται ή δημιουργούνται εμπράγματα δικαιώματα σε αυτό, αν δεν επισυναφθεί από το συμβολαιογράφο στο συμβόλαιο που συντάσσει, πιστοποιητικό του αρμόδιου προϊστάμενου Δ.Ο.Υ., με το οποίο θα πιστοποιείται ότι αυτός που μεταβιβάζει το ακίνητο κατέβαλε το τέλος που αναλογεί στην αξία του για τα δύο προηγούμενα έτη της μεταβίβασης, εφόσον αυτός είχε υποχρέωση για τη δήλωση του ακινήτου.

Η ίδια απαγόρευση ισχύει και για τους υποθηκοφύλακες οι οποίοι οφείλουν να αρνηθούν την μεταγραφή τέτοιων συμβολαιογραφικών εγγράφων.

Όσοι συμβολαιογράφοι ή υποθηκοφύλακες παραβαίνουν τις υποχρεώσεις αυτές υπόκεινται σε πρόστιμο 2.000 ευρώ, για κάθε παράβαση.
Κατά την επίλυση της διαφοράς το πρόστιμο που επιβλήθηκε μειώνεται στο ένα τρίτο (1/3) αυτού.

Επίσης στις περιπτώσεις εκπρόθεσμης δήλωσης Ε.Τ.ΑΚ. και εφόσον ζητηθεί πιστοποιητικό εντός εξαμήνου από την υποβολή της εκπρόθεσμης δήλωσης, επιβάλλεται και αυτοτελές πρόστιμο ισόποσο του αναλογούντος (βάσει δήλωσης) τέλους για το ακίνητο.


Ακριβές Αντίγραφο
Η Προϊσταμένη της Γραμματείας
Ο Υφυπουργός Οικονομίας
& Οικονομικών
Αντώνιος Μπέζας

Φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας νομικών προσώπων

Αθήνα, 10 Απριλίου 2008
Αρ. Πρωτ.: 1042151/396/0013
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΕΠΕΙΓΟΝ
ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ& ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΓΕΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
ΤΜΗΜΑ Φ.Μ.Α.Π.
ΠΟΛ 1075
Ταχ. Δ/νση:10184 Αθήνα
Τηλέφωνο:2103375360
Email Καρ. Σερβίας 8
kefalaio-b1@ky.ypoik.gr

ΘΕΜΑ: «Φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας νομικών προσώπων»

Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις των άρθρων 5 έως και 21 του ν. 3634/2008 (Φ.Ε.Κ. 9 Α/29-1-2008) και σας δίνουμε τις ακόλουθες οδηγίες, για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους.
Με τις ανωτέρω διατάξεις,
- καταργείται ο Φόρος Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας (ν.2459/1997 Φ.Ε.Κ. 17A/18.2.1997) από την 1η Ιανουαρίου 2008,
- οι δηλώσεις στοιχείων ακινήτων (έντυπο Ε9) για το έτος 2008 αποδεσμεύονται από τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και υποβάλλονται αυτοτελώς μέχρι την 18η Απριλίου 2008 για τα φυσικά πρόσωπα και την 30η Ιουνίου 2008 για τα νομικά πρόσωπα
- επιβάλλεται ενιαίο τέλος στην ακίνητη περιουσία (Ε.Τ.ΑΚ.) των φυσικών και νομικών προσώπων που βρίσκεται στην Ελλάδα.

Ειδικότερα για την επιβολή του ενιαίου τέλους ακινήτων των νομικών προσώπων σας παρέχουμε τις ακόλουθες διευκρινήσεις:

Αντικείμενο του τέλους (άρθρο 5)

Με το άρθρο αυτό προβλέπεται η επιβολή φόρου στην ακίνητη περιουσία που βρίσκεται στην Ελλάδα. Για την εφαρμογή του νόμου στην έννοια της ακίνητης περιουσίας περιλαμβάνονται:

α. Το δικαίωμα της πλήρους ή ψιλής κυριότητας ή επικαρπίας επί ακινήτων.
β. Το δικαίωμα της αποκλειστικής χρήσης θέσεων στάθμευσης, βοηθητικών χώρων και κολυμβητικών δεξαμενών που βρίσκονται σε κοινόκτητο τμήμα υπογείου, πυλωτής, δώματος ή ακαλύπτου χώρου οικοδομής των πιο πάνω ακινήτων.

Στο νόμο ορίζεται ότι, η έννοια των ακινήτων και των εμπραγμάτων δικαιωμάτων, λαμβάνεται όπως αυτή δίνεται από τον Αστικό Κώδικα.

Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα (άρθρο 948), ακίνητα είναι μόνο το έδαφος και τα συστατικά μέρη αυτού.

Γενικά, κατά το αστικό δίκαιο, συστατικά είναι τα πράγματα που δεν μπορούν να αποχωρισθούν από το κύριο πράγμα, χωρίς να υποστούν βλάβη τα ίδια ή το κύριο πράγμα ή να αλλοιωθεί η ουσία ή ο προορισμός τους (άρθρο 953 Α.Κ.).

Σε περίπτωση που η επικαρπία έχει αποχωριστεί από την κυριότητα, φορολογούνται τόσο ο επικαρπωτής όσο και ο ψιλός κύριος αλλά καθένας χωριστά και για το εμπράγματο δικαίωμα που του αναλογεί.

Υποκείμενο ενιαίου τέλους ακινήτων (άρθρο 6)

Σε τέλος υπόκειται κάθε νομικό πρόσωπο, ανεξάρτητα από την έδρα του, για την ακίνητη περιουσία του, που βρίσκεται στην Ελλάδα την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας, ανεξάρτητα από τις μεταβολές που τυχόν επέλθουν κατά τη διάρκεια του έτους αυτού.

Παράδειγμα. Ανώνυμη Εταιρεία την 1η Ιανουαρίου του 2008, έχει στην κυριότητά της μία επαγγελματική στέγη. Στις 7 Ιανουαρίου την μεταβιβάζει σε φυσικό πρόσωπο. Υπόχρεη σε Ε.Τ.ΑΚ. για το έτος 2008 είναι η εταιρεία. Το φυσικό πρόσωπο θα καταβάλει Ε.Τ.ΑΚ. για το ακίνητο αυτό το έτος 2009, εφόσον το έχει στην κατοχή του την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας.

Για τις ανάγκες εφαρμογής της φορολογίας αυτής θεωρείται ότι τα ακίνητα ανήκουν στο νομικό πρόσωπο:

- από την ημερομηνία σύνταξης του οριστικού συμβολαίου, ανεξάρτητα από τη μεταγραφή του

- σε περίπτωση επιδικίας από την ημερομηνία τελεσιδικίας της δικαστικής απόφασης με την οποία καταδικάστηκε κάποιος σε δήλωση βουλήσεως ή με την οποία αναγνωρίστηκε δικαίωμα κυριότητας ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα σε ακίνητο από οποιαδήποτε αιτία ανεξάρτητα από τη μεταγραφή του,

- σε περίπτωση πλειστηριασμού, από την ημερομηνία σύνταξης της κατακυρωτικής έκθεσης,

- σε περίπτωση προσυμφώνου μεταβίβασης ακινήτου με δικαίωμα αυτοσύμβασης, από την ημερομηνία σύνταξης του προσυμφώνου εφόσον αγοραστής είναι το νομικό πρόσωπο,

- σε περίπτωση επίδικων ακινήτων εφόσον κατά την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας, έχει τη νομή το νομικό πρόσωπο.

Σε περίπτωση που νομικό πρόσωπο έχει κηρυχθεί σε πτώχευση υπόχρεος για την καταβολή του Ε.Τ.ΑΚ. είναι ο σύνδικος της πτώχευσης, για την πτωχευτική ακίνητη περιουσία.

Εφόσον νομικό πρόσωπο έχει οριστεί εκτελεστής διαθήκης είναι υπόχρεο σε καταβολή του Ε.ΤΑΚ. για την κληρονομιαία περιουσία για όσο διάστημα τη διαχειρίζεται και τη διοικεί.

Τέλος σε περιπτώσεις που έχει συναφθεί σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης υπόχρεος στην καταβολή του Ε.Τ.ΑΚ. είναι ο μισθωτής των ακινήτων για όσο διάστημα διαρκεί η σύμβαση.

Προσδιορισμός αξίας ακινήτων νομικών προσώπων (άρθρο 7)

Για τον υπολογισμό του ενιαίου τέλους λαμβάνεται υπόψη η συνολική αξία που έχουν τα ακίνητα και τα εμπράγματα σε αυτά δικαιώματα, κατά την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας.

Ο προσδιορισμός της αξίας γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του α.ν. 1521/1950 «περί φόρου μεταβίβασης ακινήτων» και των άρθρων 41 και 41Α΄ του ν. 1249/1982, όπως ισχύουν.
Συνεπώς για τα ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές που εφαρμόζεται το αντικειμενικό σύστημα, η αξία τους υπολογίζεται με βάση το σύστημα αυτό.

Για τα ακίνητα στα οποία υπάρχουν κτίσματα και βρίσκονται σε περιοχές που δεν εφαρμόζεται το αντικειμενικό σύστημα, η αξία των κτισμάτων υπολογίζεται με αντικειμενικά κριτήρια, ενώ η αξία του οικοπέδου με βάση τα συγκριτικά στοιχεία που υπάρχουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.

Στα γήπεδα εκτός σχεδίου πόλης ή οικισμού εφαρμόζεται η Αντικειμενική Αξία Γης.

Ο προσδιορισμός της αξίας της επικαρπίας, ανεξάρτητα αν αυτή είναι ορισμένου ή αορίστου χρόνου ή ισόβια, γίνεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 15 και του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 16 του Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών ο οποίος κυρώθηκε με το ν. 2961/2001.

Εφόσον ο επικαρπωτής είναι φυσικό πρόσωπο η αξία της επικαρπίας είναι ποσοστό της αξίας της πλήρους κυριότητας ανάλογα με την ηλικία αυτού και ορίζεται:
- Στα 8/10, αν ο επικαρπωτής δεν έχει υπερβεί το 20ο έτος της ηλικίας του,
- Στα 7/10, αν ο επικαρπωτής έχει υπερβεί το 20ο έτος της ηλικίας του,
- Στα 6/10, αν ο επικαρπωτής έχει υπερβεί το 30ο έτος της ηλικίας του,
- Στα 5/10, αν ο επικαρπωτής έχει υπερβεί το 40ο έτος της ηλικίας του,
- Στα 4/10, αν ο επικαρπωτής έχει υπερβεί το 50ο έτος της ηλικίας του,
- Στα 3/10, αν ο επικαρπωτής έχει υπερβεί το 60ο έτος της ηλικίας του,
- Στα 2/10, αν ο επικαρπωτής έχει υπερβεί το 70ο έτος της ηλικίας του,
- Στα 1/10, αν ο επικαρπωτής έχει υπερβεί το 80ο έτος της ηλικίας του.

Εφόσον ο επικαρπωτής είναι νομικό πρόσωπο, εξομοιώνεται με πρόσωπο που δεν έχει υπερβεί το 20ο έτος της ηλικίας του και συνεπώς η αξία της επικαρπίας ισούται με τα 8/10 της αξίας της πλήρους κυριότητας.

Η αξία της ψιλής κυριότητας βρίσκεται αν από την αξία της πλήρους κυριότητας αφαιρέσουμε την αξία της επικαρπίας, όπως προσδιορίζεται πιο πάνω.

Διευκρινίζεται ότι, για τον υπολογισμό του τέλους σε περιοχές που είναι ενταγμένες στο σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού, λαμβάνεται υπόψη η αξία όπως προσδιορίζεται από το αντικειμενικό σύστημα και όχι το τίμημα που αναγράφεται στο μεταβιβαστικό συμβόλαιο ή η λογιστική αξία αν πρόκειται για επιχείρηση.

Απαλλαγές από το ενιαίο τέλος (άρθρο 8)
Από το Ενιαίο Τέλος Ακινήτων απαλλάσσονται:

1. Τα δάση και οι δασικές εκτάσεις.
Ως δάσος ή δασικό οικοσύστημα νοείται το οργανικό σύνολο άγριων φυτών με ξυλώδη κορμό πάνω στην αναγκαία επιφάνεια του εδάφους, τα οποία, μαζί με την εκεί συνυπάρχουσα χλωρίδα και πανίδα, αποτελούν μέσω της αμοιβαίας αλληλεξάρτησης και αλληλεπίδρασης τους, ιδιαίτερη βιοκοινότητα (δασοβιοκοινότητα) και ιδιαίτερο φυσικό περιβάλλον (δασογενές). Δασική έκταση υπάρχει όταν στο παραπάνω σύνολο η άγρια ξυλώδης βλάστηση, υψηλή ή θαμνώδης, είναι αραιά (παράγραφοι 1 και 2, άρθρου 3, ν. 998/1979 ΦΕΚ 289 Α'). Περαιτέρω ως δασικές εκτάσεις νοούνται και οι οποιασδήποτε φύσεως ασκεπείς εκτάσεις, (φρυγανώδεις ή χορτολιβαδικές εκτάσεις, βραχώδεις εξάρσεις και γενικά ακάλυπτοι χώροι) που περικλείονται από δάση ή δασικές εκτάσεις, καθώς και οι υπεράνω των δασών ή δασικών εκτάσεων ασκεπείς κορυφές ή αλπικές ζώνες των ορέων (παράγραφος 4, άρθρο 3, ν. 998/1979 ΦΕΚ 289 Α΄).

Γενικά, ο χαρακτηρισμός μιας έκτασης ως δάσους ή δασικής ή μη ανάγεται στη Διοίκηση και, σε περίπτωση αμφισβήτησης, στο ΣτΕ. Έτσι όταν συντρέχει περίπτωση απαλλαγής δάσους ή δασικής έκτασης απαιτείται:

- Στις περιπτώσεις που έχει καταρτιστεί το δασολόγιο ενός νομού, με την κύρωση του δασικού χάρτη της περιοχής από τον Υπουργό Γεωργίας, απαιτείται βεβαίωση από τη σχετική Διεύθυνση Δασών νομαρχιακού επιπέδου.

- Στις περιπτώσεις που δεν έχει ακόμη καταρτιστεί δασολόγιο, ως προς το χαρακτηρισμό της έκτασης, απαιτείται η σχετική βεβαίωση των αρμόδιων επιτροπών της παρ. 3 του άρθρου 10 του ν. 998/1979.

- Στις περιπτώσεις αναδασωτέων εκτάσεων, απαιτείται η απόφαση του οικείου Νομάρχη.

- Στις περιπτώσεις δασών που ασκούν ιδιαίτερη προστατευτική επίδραση επί των εδαφών και των υπόγειων υδάτων, απαιτείται απόφαση του αρμόδιου Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας. Ειδικά για τα δάση που εμπίπτουν στην Περιφέρεια ευθύνης της Περιφέρειας Αττικής και του νομού Θεσσαλονίκης, η κατάταξη αυτή γίνεται με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας.

Έτσι, σε περίπτωση επίκλησης της σχετικής απαλλαγής οφείλεται είτε η προσκόμιση του οικείου Φ.Ε.Κ. είτε απαιτείται η σχετική βεβαίωση από την αρμόδια διοικητική αρχή.

Σε περίπτωση τελεσίδικης δικαστικής απόφασης αναγνώρισης κυριότητας σε αντιδικία μεταξύ ιδιωτών και δημοσίου, αρκεί η προσκόμιση της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης, μόνο ως προς το ζήτημα του ιδιοκτησιακού χαρακτήρα της έκτασης (δημόσιο ή μη) όχι όμως και ως προς το θέμα του χαρακτηρισμού της ως δασικής ή μη, ζήτημα για το οποίο αρμόδια είναι είτε η Διοίκηση είτε το ΣτΕ.

2. Τα ξένα κράτη για τα ακίνητα που ανήκουν σε αυτά και τα οποία χρησιμοποιούνται για την εγκατάσταση των πρεσβειών και προξενείων αυτών, με τον όρο της αμοιβαιότητας.

Τούτο σημαίνει ότι η απαλλαγή θα ισχύσει μόνο αν, με βάση τη νομοθεσία του αλλοδαπού κράτους, τα ακίνητα που βρίσκονται στο κράτος αυτό και ανήκουν στην Ελλάδα και χρησιμοποιούνται ως εγκατάσταση εκεί της Ελληνικής Πρεσβείας ή Προξενείου, απαλλάσσονται του αντίστοιχου φόρου.

Όταν συντρέχει περίπτωση απαλλαγής, με τον όρο της αμοιβαιότητας, ακινήτων ιδιοκτησίας ξένων κρατών που χρησιμοποιούνται για την εγκατάσταση των πρεσβειών και προξενείων, απαιτείται βεβαίωση του Υπουργείου Εξωτερικών.

3. Τα ακίνητα που έχουν δεσμευθεί από την αρχαιολογική υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, λόγω αρχαιολογικής έρευνας.
Η δέσμευση αυτή πρέπει να υπάρχει κατά την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας και αποδεικνύεται με σχετική βεβαίωση της αρμόδιας Εφορίας Αρχαιοτήτων.

4. Κτίσματα για τα οποία έχει εκδοθεί άδεια ή πρωτόκολλο κατεδάφισης.
Απαραίτητη προϋπόθεση για να εξαιρεθούν του τέλους τα κτίσματα αυτά είναι η προσκόμιση της άδειας ή του πρωτοκόλλου κατεδάφισης, τα οποία να είναι σε ισχύ κατά την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας..

5. Τα επιταγμένα από το στρατό ακίνητα, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 442/1929 (ΦΕΚ 339 Α`).
Όταν συντρέχει περίπτωση απαλλαγής ακινήτων τα οποία είναι επιταγμένα από το Στρατό, απαιτείται η προσκόμιση της Διυπουργικής Απόφασης Επίταξης, Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εθνικής Αμύνης.

6. Το Ελληνικό Δημόσιο, στο οποίο περιλαμβάνονται και οι αποκεντρωμένες δημόσιες υπηρεσίες, που λειτουργούν ως ειδικά ταμεία, απαλλάσσονται για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητά τους.

Η περιουσία του Δημοσίου διακρίνεται σε δύο κατηγορίες, τη δημόσια (δημόσια κτήση) και την ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου. Όσον αφορά την πρώτη κατηγορία, δηλαδή τη δημόσια περιουσία του Δημοσίου, η οποία είναι αφιερωμένη στην εκπλήρωση αποκλειστικά δημόσιων σκοπών (ιδιόχρηστα), απαλλάσσεται του Ε.Τ.ΑΚ.

Συγκεκριμένα, η δημόσια κτήση περιλαμβάνει τα εκτός συναλλαγής -άρθρο 966 Α.Κ.-, τα κοινής χρήσεως πράγματα που ανήκουν στο Δημόσιο, εφόσον δεν ανήκουν σε Δήμο ή Κοινότητα ή νόμος δεν έχει ορίσει άλλως -άρθρο 968 Α.Κ.- (π.χ. οδοί, πλατείες, πεζοδρόμια, εξωτερικές στοές, υπόγειες διαβάσεις, γέφυρες, δημόσια άλση, δημόσιοι κήποι, λιμάνια, όρμοι, αιγιαλός, όχθες πλεύσιμων ποταμών και μεγάλων λιμνών, η κοίτη ποταμού, τα ελευθέρως και αενάως ρέοντα ύδατα, βραχονησίδες, κ.λπ., άρθρο 967 Α.Κ.) και τα προορισμένα για την εξυπηρέτηση δημοσίων σκοπών (ιδιόχρηστα). Τα ιδιόχρηστα διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες και συγκεκριμένα σε μέσα παροχικής διοίκησης (π.χ. δημόσια μουσεία, περιοχές αρχαιολογικών τόπων και καλλιτεχνικά μνημεία, δημόσιες βιβλιοθήκες και πινακοθήκες, δημόσια στάδια κολυμβητήρια και γυμναστήρια, δημόσιες αγορές, δημόσια σφαγεία, δημόσια λουτρά, τάφοι κ.λπ.), σε μέσα εξωτερικής ή εσωτερικής ασφάλειας (π.χ. φρούρια, οχυρά, τα πεδία στρατιωτικών ασκήσεων, οι ναύσταθμοι, τα αεροδρόμια, τα κτήρια των στρατώνων και των στρατιωτικών νοσοκομείων, των οπλοστασίων κ.λπ.) και σε μέσα στέγασης και λειτουργίας δημοσίων υπηρεσιών (π.χ. κτήρια, γήπεδα).

Εκτός των εκτός συναλλαγής στα οποία το Κράτος δεν διαθέτει κυριότητα αλλά Εθνική Κυριαρχία (συνεπώς εξ ορισμού απαλλάσσονται του Ε.Τ.ΑΚ.), τα κοινής χρήσεως και τα προορισμένα για την εξυπηρέτηση δημοσίων σκοπών απαλλάσσονται από το Ε.Τ.ΑΚ., δεδομένου ότι η Δημόσια Κτήση είναι ανεπίδεκτη εκμετάλλευσης.
Αντιθέτως τα ακίνητα τα οποία περιέχονται στην ιδιωτική περιουσία δεν απαλλάσσονται του Ε.Τ.ΑΚ., αλλά υπόκεινται σε τέλος με συντελεστή 1‰.

Ειδικά από τα αγροτεμάχια και τις εκτάσεις που με οποιοδήποτε τρόπο έχει παύσει η ιδιότητά τους ως κοινοχρήστων υπόκεινται στο Ε.Τ.ΑΚ. (με συντελεστή 1‰) μόνο εκείνα τα οποία το Κράτος εκμισθώνει, δεδομένου ότι τα υπόλοιπα αγροτεμάχια και εκτάσεις θεωρείται ότι διατηρούνται ανεκμετάλλευτα προκειμένου το Κράτος να έχει μεγαλύτερη μελλοντική ευχέρεια προγραμματισμού και συντονισμού της οικονομικής δραστηριότητας της Χώρας, κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 106 του Συντάγματος. Στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου περιλαμβάνονται ενδεικτικά τα μεταλλεία, λατομεία, αλυκές, ιαματικές πηγές και λοιπά εκμισθούμενα ακίνητα.

7. Οι Δήμοι, οι Κοινότητες, οι Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, απαλλάσσονται για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητά τους.
Ειδικότερα απαλλάσσονται του Ε.Τ.ΑΚ. τα κοινής χρήσεως πράγματα (όπως αυτά του Ελληνικού Δημοσίου περίπτωση 6) που ανήκουν σε Δήμο ή Κοινότητα (π.χ. οι πηγές τα υδραγωγεία, οι αγωγοί ύδρευσης και αποχέτευσης, οι δημοτικοί ή κοινοτικοί οδοί, οι ιδιωτικές οδοί που προϋπάρχουν του 1923 και οι αγροτικοί δρόμοι που έχουν δοθεί σε δημόσια χρήση, οι πλατείες, οι αιγιαλοί εφόσον δεν ανήκουν στο Δημόσιο κ.λπ.).
Περαιτέρω απαλλάσσονται του Ε.Τ.ΑΚ. και τα προορισμένα για την εξυπηρέτηση δημοτικών και κοινοτικών σκοπών (ιδιόχρηστα) ακίνητα (π.χ. δημοτικά στάδια, δημοτικά θέατρα, δημοτικά νεκροταφεία, τα κτήρια που στεγάζουν δημοτικέ και κοινοτικές υπηρεσίες κ.λπ.).

Η ιδιωτική περιουσία (π.χ. εκμισθούμενα ακίνητα) των πιο πάνω νομικών προσώπων έχει την ίδια φορολογική αντιμετώπιση με το Ελληνικό Δημόσιο (βλέπε περίπτωση 6).

8. Οι κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 13 του Συντάγματος γνωστές θρησκείες και δόγματα, το Ιερό Κοινό του Παναγίου Τάφου, η Ιερά Μονή του Όρους Σινά, το Άγιο Όρος, το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και η Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας, απαλλάσσονται για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητά τους, καθώς και για αυτά που χρησιμοποιούν για να επιτελούν το λατρευτικό τους έργο.

Τα ακίνητα της χερσονήσου του Αθω, από τη Μεγάλη Βίγλα και πέρα, η οποία αποτελεί την περιοχή του Αγίου Όρους, απαλλάσσονται λόγω και της συνταγματικής κατοχύρωσης του ειδικού καθεστώτος του (άρθρο 105 Συντάγματος της Ελλάδος).

Στην έννοια των ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων, συμπεριλαμβάνονται: α) οι κάθε είδους ναοί (ενοριακοί, ιδρυμάτων, νεκροταφείων, παρεκκλήσια, εξωκλήσια) ακόμη και οι ιδιόκτητοι ναοί (με εξαίρεση τους ιδιωτικούς κτητορικούς ναούς που δεν έχουν τεθεί σε κοινή λατρεία) β) Οι ιερές μονές, γ) Οι τόποι γενικά κοινής λατρείας. Επισημαίνεται ότι τα ακίνητα που προορίζονται για την εξυπηρέτηση θρησκευτικών σκοπών, προσλαμβάνουν την ιδιότητα αυτή είτε αμέσως εκ του νόμου, είτε με τη βούληση του ιδιοκτήτη, τηρουμένων των νομίμων διατυπώσεων. Έτσι, αναφορικά με τους χώρους, όπου ασκείται δημόσια λατρεία, προκειμένου να χορηγηθεί η εν λόγω απαλλαγή, απαιτείται:
α) για τους ναούς και ευκτήριους οίκους, άδεια λειτουργίας από τον υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, β) για τις μονές, το προεδρικό διάταγμα της ίδρυσής τους

Σωματεία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που επιδιώκουν μόνο θρησκευτικούς σκοπούς και δικαιοπρακτούν για λογαριασμό των αντίστοιχων εκκλησιών - ευκτήριων οίκων γνωστής θρησκείας ή δόγματος με τους οποίους συνδέονται άμεσα, επειδή αυτοί στερούνται νομικής προσωπικότητας, δικαιούνται αυτά την ανωτέρω απαλλαγή από το φόρο .Δεν τάσσεται ουδεμία προϋπόθεση στην οργανωτική μορφή της θρησκευτικής κοινότητας, που αποτελεί το ναό - ευκτήριο οίκο ή μονή, πλην του ότι πρέπει να πρεσβεύει γνωστή θρησκεία ή δόγμα. Τα σωματεία αυτά εμπίπτουν στην απαλλαγή εφόσον συνυποβάλλουν με την οικεία δήλωση και τα εξής:

Αδεια ίδρυσης και λειτουργίας ευκτήριου οίκου - ναού - μονής από το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
β. Βεβαίωση από το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων ότι ο ευκτήριος οίκος εκφράζει γνωστή θρησκεία ή δόγμα
γ. Καταστατικό του συναφούς σωματείου ή ιδρύματος, από το οποίο να προκύπτει η σύνδεση αυτού με το γνωστό δόγμα ή θρησκεία και τον ευκτήριο οίκο.
(ανάλογη εφαρμογή της 337/2002 Γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ.)
Η υπόλοιπη ακίνητη περιουσία των ανωτέρω νομικών προσώπων έχει την ίδια φορολογική αντιμετώπιση με το Ελληνικό Δημόσιο (βλέπε περίπτωση 6).

9. Τα νομικά πρόσωπα που υπάγονται στις διατάξεις του ν. 1091/1980 (ΦΕΚ 267Α΄) απαλλάσσονται για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητά τους.
Η υπόλοιπη ακίνητη περιουσία των ανωτέρω νομικών προσώπων έχει την ίδια φορολογική αντιμετώπιση με το Ελληνικό Δημόσιο (βλέπε περίπτωση 6).

Ειδικά τα νομικά πρόσωπα των πιο πάνω περιπτώσεων 6, 7, 8 και 9 δεν θα αναγράφουν τα ακίνητα για τα οποία απαλλάσσονται στις δηλώσεις Ενιαίου Τέλους Ακινήτων.

10. Απαλλάσσονται για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητά τους η Τράπεζα της Ελλάδος, οι δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις, οι Τοπικές Ενώσεις Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Ε.Δ.Κ.), η Κεντρική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδας (Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.), η Ένωση Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Ελλάδος (Ε.Ν.Α.Ε.), τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα κάθε είδους ταμεία ή οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, η Αρχαιολογική Εταιρεία, τα Μουσεία, τα Κοινωφελή Ιδρύματα και τα Ιδρύματα για τα οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 1610/1986 (ΦΕΚ 89Α΄).

Ειδικότερα:
- Για την Αρχαιολογική Εταιρεία ιδιοχρησιμοποιούμενα είναι τα ακίνητα στα οποία θεωρείται ότι επιτελείται ο σκοπός της. Σύμφωνα με το άρθρο 1 του Οργανισμού της η Αρχαιολογική Εταιρεία, έχει σκοπό να συνεργεί α) στην ανεύρεση, συλλογή, συντήρηση, διαφύλαξη, αναστύλωση, επισκευή και επιστημονική έρευνα των μνημείων της αρχαιότητος, συμπεριλαμβανομένων και των χριστιανικών, βυζαντινών και λοιπών μνημείων μέχρι της Ελληνικής Επαναστάσεως, β) στη μελέτη του βίου των αρχαίων και την εξερεύνηση της βυζαντινής και μεσαιωνικής αρχαιολογίας και τέχνης και γ) στη διάδοση γνώσεων περί της ιστορίας της αρχαίας και της νεότερης τέχνης.

- Η έννοια του Κοινωφελούς σκοπού λαμβάνεται σύμφωνα με το άρθρο 1 του ν. 2039/1939 όπως ισχύει και του Κοινωφελούς Ιδρύματος με το άρθρο 95 του ιδίου νόμου.

- Στις περιπτώσεις των Ιδρυμάτων για τα οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 1610/1986 (ΦΕΚ 89Α΄) απαιτείται η προσκόμιση του οικείου ΦΕΚ σύστασης του νομικού προσώπου.

Τονίζεται ότι κάθε άλλη διάταξη, γενική ή ειδική, που αφορά απαλλαγές από φόρους ή τέλη, πλην των ανωτέρω, δεν εφαρμόζεται για το ενιαίο τέλος ακίνητης περιουσίας.

Αρμόδια Δ.Ο.Υ. (άρθρο 10)

Για την παραλαβή των δηλώσεων και τη βεβαίωση του τέλους αρμόδια Δ.Ο.Υ. είναι αυτή της φορολογίας εισοδήματος του υπόχρεου νομικού προσώπου.

Υπολογισμός του Ε.Τ.ΑΚ. νομικών προσώπων (άρθρο 11)

- Η αξία των γηπέδων (οικοπέδων ή αγροτεμαχίων), και των κτισμάτων (μισθωμένων και κενών) των νομικών προσώπων υπόκειται σε τέλος με συντελεστή έξη τοις χιλίοις (6‰)

- Η αξία των κτισμάτων τα οποία ιδιοχρησιμοποιούνται για την παραγωγή ή την άσκηση εμπορικής δραστηριότητας από επιχειρήσεις ανεξαρτήτως αντικειμένου εργασιών υπόκειται σε τέλος με συντελεστή ένα τοις χιλίοις (1‰). Ο μειωμένος συντελεστής της αξίας των κτισμάτων καταλαμβάνει μόνο τα ιδιοχρησιμοποιούμενα για την παραγωγή ή την άσκηση της εμπορικής δραστηριότητας κτίσματα όλων των επιχειρήσεων και όχι τα γήπεδα (οικόπεδα ή αγροτεμάχια) επί των οποίων βρίσκονται τα κτίσματα αυτά. Συνεπώς, αν η εταιρεία προβαίνει στην εκμίσθωση κάποιου ακινήτου ή παραχωρεί δωρεάν τη χρήση του και η αξία των κτισμάτων υπόκειται σε ΕΤΑΚ με συντελεστή έξι τοις χιλίοις (6‰).

- Η αξία των γηπέδων (οικοπέδων ή αγροτεμαχίων) και των κτισμάτων (μισθωμένων και κενών) των νομικών προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που επιδιώκουν σκοπούς κοινωφελείς, θρησκευτικούς, φιλανθρωπικούς και εκπαιδευτικούς υπόκειται σε τέλος με συντελεστή τρία τοις χιλίοις (3‰).

- Η αξία των ιδιοχρησιμοποιούμενων κτισμάτων των νομικών προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα υπόκειται σε τέλος με συντελεστή ένα τοις χιλίοις (1‰).

- Η αξία των λοιπών ακινήτων των νομικών προσώπων, τα οποία απαλλάσσονται για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητά τους (π.χ. Ελληνικό δημόσιο νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου κ.λπ.) φορολογείται, με συντελεστή ένα τοις χιλίοις (1‰).

- Τα ακίνητα που περιλαμβάνονται στο ενεργητικό των εταιρειών επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία και των Αμοιβαίων Κεφαλαίων Ακίνητης Περιουσίας φορολογείται, με συντελεστή ένα τοις χιλίοις (1‰).

Επισημαίνεται όμως ότι το τέλος που αναλογεί στην αξία των κτισμάτων που υπόκεινται σε φορολογία, δεν μπορεί να είναι μικρότερο από ένα (1) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, με εξαίρεση τα ημιτελή κτίσματα.


Παραδείγματα υπολογισμού Ε.Τ.ΑΚ. νομικού προσώπου

1ο παράδειγμα
Α.Ε. κατασκευής κεραμικών ειδών έχει στην κυριότητά της τα εξής ακίνητα:
1. Εργοστάσιο, το οποίο ιδιοχρησιμοποιεί, επιφανείας 1.500 τ.μ. αξίας 800.000 ΕΥΡΩ, επί οικοπέδου αξίας 280.000 ΕΥΡΩ.
2. Γεωργικά κτίσματα, επιφανείας 300 τ.μ. αξίας 64.000 ΕΥΡΩ, επί αγροτεμαχίου αξίας 50.000 ΕΥΡΩ
3. Διαμέρισμα επιφανείας 180 τ.μ. αντικειμενικής αξίας 200.000 ΕΥΡΩ την οποία μισθώνει.

Υπολογισμός τέλους
1. 800.000,00Χ0,1%= 800,00 ΕΥΡΩ το εργοστάσιο, επειδή το ιδιοχρησιμοποιεί.
2. 280.000,00Χ0,6%= 1.680.00 ΕΥΡΩ για το οικόπεδο.
3. 64.000,00Χ0,6%= 384,00 ΕΥΡΩ για τις γεωργικές αποθήκες
4. 50.000,00Χ0,6%=300,00 ΕΥΡΩ για το αγροτεμάχιο
5. 200.000Χ0,6%= 1.200,00 ΕΥΡΩ για το διαμέρισμα

Τ.Μ. κτισμάτων 1500+300+180=1980
Τέλος κτισμάτων 800,00+384,00+1200,00=2384,00 ΕΥΡΩ
Άρα για τον υπολογισμό των κτισμάτων δεν θα ληφθεί υπόψη το 1 ΕΥΡΩ.

Σύνολο τέλους:800,00+1680,00+384,00+300,00+1200,00=4364.00 ΕΥΡΩ


2ο παράδειγμα:
ΕΠΕ εμπορίας επίπλων έχει στην κυριότητά της τα εξής ακίνητα:

1. Εκθετήριο, το οποίο ιδιοχρησιμοποιεί, επιφανείας 1.000 τ.μ. αξίας 700.000,00 ΕΥΡΩ, επί οικοπέδου αξίας 300.000 ΕΥΡΩ.
2. Αγροτεμάχιο αξίας 200.000,00 ΕΥΡΩ

Υπολογισμός τέλους

1. 700.000,00Χ0,1%= 700,00 ΕΥΡΩ για το εκθετήριο, επειδή το ιδιοχρησιμοποιεί.
2. 300.000,00Χ0,6%= 1.800.00 ΕΥΡΩ για το οικόπεδο
3. 200.000Χ0,6%= 1.200,00 ΕΥΡΩ για το αγροτεμάχιο
Τ.Μ. κτισμάτων 1.000
Τέλος κτισμάτων 700,00 ΕΥΡΩ Επομένως για τον υπολογισμό του τέλους θα ληφθεί υπόψη η αξία των κτισμάτων σύμφωνα με το 1 ΕΥΡΩ ανά τ.μ., δηλαδή 1.000,00 ΕΥΡΩ
Σύνολο τέλους: 1.000,00+1.800.00+1.200,00=4.000,00 ΕΥΡΩ.

Νομικά πρόσωπα υπόχρεα σε δήλωση
Προθεσμία υποβολής (άρθρο 12)

Κάθε νομικό πρόσωπο που έχει ακίνητο την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους, υποχρεούται να υποβάλει δήλωση ενιαίου τέλους ακίνητης περιουσίας μέχρι και την 15η Μαΐου του οικείου έτους.
Η δήλωση υποβάλλεται σύμφωνα με το τελευταίο ψηφίο του Α.Φ.Μ. του φορολογουμένου, με αρχή το ψηφίο 1, και ολοκληρώνεται μέσα σε 10 εργάσιμες ημέρες.

Η δήλωση υποβάλλεται από το νόμιμο εκπρόσωπο του νομικού προσώπου ή από πρόσωπο που έχει ειδικά προς τούτο εξουσιοδοτηθεί από αυτόν. Η εξουσιοδότηση μπορεί να δοθεί και με απλή επιστολή, που έχει θεωρηθεί για το γνήσιο της υπογραφής του εξουσιοδοτούντος από αρμόδια αρχή.

Η δήλωση συντάσσεται σε έντυπο που χορηγείται δωρεάν από την υπηρεσία. O τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης καθώς και κάθε άλλο έγγραφο που είναι απαραίτητο να επισυναφθεί σ` αυτή καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, οι οποίες δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για το έτος 2008 εκδόθηκε η Α.Υ.Ο. 1028909/98/0013/ΠΟΛ.1052/7.3.2008.

Βεβαίωση του τέλους (άρθρο 13)

Ο προϊστάμενος της αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) βεβαιώνει το τέλος:
α) βάσει των δηλώσεων που υποβάλλονται,
β) βάσει των φύλλων ελέγχου, εφόσον αυτά έχουν οριστικοποιηθεί με διοικητική επίλυση της διαφοράς ή λόγω μη άσκησης ή εκπρόθεσμης άσκησης προσφυγής,
γ) βάσει οριστικών αποφάσεων διοικητικών δικαστηρίων ή πρακτικών δικαστικού συμβιβασμού.
Για τη βεβαίωση του τέλους ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ., συντάσσει χρηματικό κατάλογο το αργότερο εντός τριών (3) ετών από τη λήξη του έτους φορολογίας.
Δεν βεβαιώνεται το ποσό που τελικά οφείλεται με βάση οποιονδήποτε νόμιμο τίτλο, εφόσον τούτο δεν υπερβαίνει τα είκοσι επτά (27) ευρώ.

Για τη βεβαίωση του τέλους εφαρμόζονται ανάλογα οι παράγραφοι 4 έως και 9 του άρθρου 74 του ν. 2238/ 1994 (ΦΕΚ 151 Α').

Διαδικασία βεβαίωσης του τέλους (άρθρο 14)

Για την καταχώρηση των δηλώσεων που υποβάλλονται, την έκδοση των πράξεων επιβολής του τέλους, την επίδοση των προσκλήσεων, των πράξεων και των υπολοίπων εγγράφων, την εξώδικη λύση των διαφορών, το απόρρητο των φορολογικών στοιχείων και γενικά τη διαδικασία βεβαίωσης του τέλους εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των άρθρων 61, 62, 65 έως και 72, 75 και 85 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

Το δικαίωμα του δημοσίου για επιβολή του τέλους παραγράφεται σε πέντε έτη από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία επίδοσης της δήλωσης των νομικών προσώπων.

Αν δεν έχει υποβληθεί δήλωση, το δικαίωμα του δημοσίου παραγράφεται σε δεκαπέντε έτη.

Σε περιπτώσεις επιδικίας μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του φορολογούμενου νομικού ή φυσικού προσώπου, οι προθεσμίες παραγραφής του δημοσίου παρατείνονται μέχρι έξη μήνες από τη δημοσίευση της αμετάκλητης δικαστικής απόφασης.

Καταβολή του τέλους (άρθρο 15)

Το Ε.Τ.ΑΚ. νομικών προσώπων καταβάλλεται σε τρεις (3) ίσες διμηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη με την υποβολή της εμπρόθεσμης δήλωσης, οι δε υπόλοιπες την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα των διμήνων που ακολουθούν

Δήλωση που υποβάλλεται χωρίς την ταυτόχρονη καταβολή της πρώτης δόσης, θεωρείται απαράδεκτη και δεν παράγει έννομα αποτελέσματα.

Το Ε.Τ.ΑΚ. δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος των φυσικών και νομικών προσώπων


Πρόσθετοι φόροι (άρθρο 16)

Για την επιβολή των πρόσθετων φόρων και προστίμων των νομικών προσώπων εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του ν. 2523/1997.
Συγκεκριμένα με την παράγραφο 1 του άρθρου 1 του ανωτέρω νόμου ορίζεται ότι :

- αν δεν υποβληθεί καθόλου δήλωση, επιβάλλεται πρόσθετος φόρος, που ορίζεται σε ποσοστό 2,5% επί του φόρου, την πληρωμή του οποίου θα απέφευγε ο υπόχρεος λόγω μη υποβολής της δήλωσης για κάθε μήνα καθυστέρησης,

- αν υποβληθεί ανακριβής δήλωση, επιβάλλεται στον υπόχρεο πρόσθετος φόρος, που ορίζεται σε ποσοστό 2% επί του φόρου την πληρωμή του οποίου θα απέφευγε, για κάθε μήνα καθυστέρησης,

- αν η δήλωση υποβληθεί εκπρόθεσμα, επιβάλλεται πρόσθετος φόρος που ορίζεται σε ποσοστό 1% επί του φόρου που οφείλεται με τη δήλωση, για κάθε μήνα καθυστέρησης.

Σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 2 του ίδιου νόμου ορίζονται ως ανώτατα όρια για την επιβολή πρόσθετων φόρων το ποσοστό 100% για υποβολή εκπρόθεσμης δήλωσης και 200% για την υποβολή ανακριβούς δήλωσης ή μη υποβολή δήλωσης.

Επίσης τα πρόσωπα που παραβαίνουν τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από την κείμενη φορολογική νομοθεσία υπόκεινται για κάθε παράβαση σε πρόστιμο που ορίζεται από 117 ΕΥΡΩ, μέχρι 1.170 ΕΥΡΩ. Το πρόστιμο αυτό επιβάλλεται στις περιπτώσεις που δεν προβλέπεται η επιβολή πρόσθετου φόρου ή δεν προκύπτει ποσό φόρου για καταβολή.

Ευθύνες και δικαιώματα των τελευταίων κυρίων ή επικαρπωτών ακινήτων από σύμβαση (άρθρο 17)

Οι κατόπιν σύμβασης τελευταίοι κάτοχοι των ακινήτων ευθύνονται σε ολόκληρο, μαζί με τους υπόχρεους, για την πληρωμή του τέλους που τα βαρύνει, εφόσον το τέλος βεβαιώθηκε σε βάρος του υπόχρεου με τίτλο ο οποίος ισχύει και για τον τελευταίο κάτοχο.

Για να θεμελιωθεί η ευθύνη απαιτείται:
α. Να υπάρχει τίτλος, βάσει του οποίου βεβαιώθηκε τέλος σε βάρος του υπόχρεου, ο οποίος αποτελεί και τον τίτλο για την είσπραξη του τέλους από τον τελευταίο κάτοχο.
β. Το ακίνητο να αποκτήθηκε με σύμβαση, η οποία καταρτίστηκε μεταξύ του υπόχρεου σε τέλος ή των δικαιοδόχων του και του τελευταίου κατόχου.

Συνεπώς, ο κάτοχος ακινήτου που το απέκτησε με αναγκαστικό πλειστηριασμό καθώς και οι μεταγενέστεροι καθολικοί ή ειδικοί διάδοχοί του, δεν ευθύνονται για το φόρο που βεβαιώθηκε σε βάρος του υποχρέου.
Διευκρινίζεται ότι ο τελευταίος με σύμβαση κάτοχος δεν ευθύνεται για ολόκληρο το τέλος που οφείλεται από τον υπόχρεο, αλλά μόνο για το τέλος, που επιμεριστικά αναλογεί, στο ακίνητο που κατέχει.
H εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού θα γίνεται μόνο στην περίπτωση, που δεν μπορεί για οποιοδήποτε λόγο να εισπραχθεί το τέλος από τον κύριο υπόχρεο. Γι` αυτό, οι προϊστάμενοι των Δ.Ο.Υ. θα πρέπει να εξαντλούν κάθε νόμιμο μέσο για την είσπραξη του τέλους από τον κυρίως υπόχρεο και, μόνο όταν αυτό δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, πρέπει να στρέφονται κατά του τελευταίου κατόχου του ακινήτου.

Οι τελευταίοι κάτοχοι ακινήτων με σύμβαση δικαιούνται να ασκήσουν, από τα δικαιώματα που έχει ο υπόχρεος σε τέλος, μόνο εκείνα που αφορούν την ακύρωση ή την τροποποίηση των οριστικών πράξεων του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. Τα δικαιώματά τους αυτά μπορούν να τα ασκήσουν οι τελευταίοι κάτοχοι μόνο αν τους κοινοποιήθηκε πρόσκληση ή ειδοποίηση για πληρωμή του τέλους που επιμεριστικά αναλογεί στο ακίνητο που κατέχουν.

Επίσης, οι νόμιμοι αντιπρόσωποι των υπόχρεων σε τέλος ευθύνονται σε ολόκληρο, μαζί με τους κυρίως υπόχρεους, για την πληρωμή των πρόσθετων φόρων που οφείλονται σε δικές τους πράξεις ή παραλείψεις. Δηλαδή η υποχρέωσή τους θεμελιώνεται στην πλημμέλεια που έδειξαν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί.

Υποχρεώσεις συμβολαιογράφων και υποθηκοφυλάκων (άρθρο 18)

Απαγορεύεται η σύνταξη συμβολαιογραφικού εγγράφου, με το οποίο μεταβιβάζεται (με αντάλλαγμα ή με χαριστική αιτία) η κυριότητα ενός ακινήτου ή μεταβιβάζονται ή δημιουργούνται εμπράγματα δικαιώματα σε αυτό, αν δεν επισυναφθεί από το συμβολαιογράφο στο συμβόλαιο που συντάσσει, πιστοποιητικό του αρμόδιου προϊστάμενου Δ.Ο.Υ., με το οποίο θα πιστοποιείται ότι αυτός που μεταβιβάζει το ακίνητο κατέβαλε το τέλος που αναλογεί στην αξία του για τα δύο προηγούμενα έτη της μεταβίβασης, εφόσον αυτός είχε υποχρέωση για τη δήλωση του ακινήτου.

Η ίδια απαγόρευση ισχύει και για τους υποθηκοφύλακες οι οποίοι οφείλουν να αρνηθούν την μεταγραφή τέτοιων συμβολαιογραφικών εγγράφων.

Όσοι συμβολαιογράφοι ή υποθηκοφύλακες παραβαίνουν τις υποχρεώσεις αυτές υπόκεινται σε πρόστιμο 2.000 ευρώ, για κάθε παράβαση.
Κατά την επίλυση της διαφοράς το πρόστιμο που επιβλήθηκε μειώνεται στο ένα τρίτο (1/3) αυτού.

Επίσης στις περιπτώσεις εκπρόθεσμης δήλωσης Ε.Τ.ΑΚ. και εφόσον ζητηθεί πιστοποιητικό εντός εξαμήνου από την υποβολή της εκπρόθεσμης δήλωσης, επιβάλλεται και αυτοτελές πρόστιμο ισόποσο του αναλογούντος (βάσει δήλωσης) τέλους για το ακίνητο.


Ακριβές Αντίγραφο
Η Προϊσταμένη της Γραμματείας
Ο Υφυπουργός Οικονομίας
& Οικονομικών
Αντώνιος Μπέζας
C S